Παρασκευή, Ιουλίου 04, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιουλίου 04, 2008 | Permalink
Λαβύρινθοι
Η λογοτεχνική κουβέντα γιά τον Paul Auster συνήθως όλα αυτά τα χρόνια περιστρέφεται γύρω από την αξία του.Είναι υπερεκτιμημένος?Γράφει συνέχεια το ίδιο θέμα,είναι τόσο αυτοαναφορικός?Έχει τίποτε άλλο να προσφέρει στην λογοτεχνία ή είναι κολλημένος δημιουργικά και θεματικά?

Την σύγχυση έρχεται να επιτείνει ή και να επιβεβαιώσει η νουβέλα (και προτελευταίο του βιβλίο),ΕΝΟΧΕΣ ΔΙΧΩΣ ΤΥΨΕΙΣ (TRAVELS IN THE SCRIPTORIUM) (Εκδ.Ζαχαρόπουλος,σελ.151) (75 ).Μιά νουβέλα που δίχασε παγκοσμίως τους κριτικούς,όπου άλλοι το βρήκαν υπέροχο και άλλοι ένα σκουπίδι φουντώνοντας τη διαμάχη που ανέφερα παραπάνω.

Στο βιβλίο δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα,όλα είναι ακίνητα.Ένας ηλικιωμένος άντρας ξυπνά σε ένα δωμάτιο.Δεν θυμάται ούτε ποιός είναι,ούτε πως βρέθηκε εκεί,ούτε γιατί είναι εκεί...
«Ο ηλικιωμένος άνδρας κάθεται στην άκρη του στενού κρεβατιού με τις παλάμες απλωμένες επάνω στα γόνατά του,το κεφάλι σκυφτό και το βλέμμα καρφωμένο στο πάτωμα.Δεν έχει ιδέα ότι μιά φωτογραφική μηχανή βρίσκεται κρυμμένη στην οροφή ακριβώς από πάνω του.Το κλείστρο ανοιγοκλείνει σιωπηλά μιά φορά κάθε δευτερόλεπτο δημιουργώντας με κάθε περιστροφή της γης ογδόντα έξι χιλιάδες τετρακόσιες φωτογραφίες.Ακόμη όμως και αν ήξερε ότι τον παρακολουθούν,αυτό δεν θα είχε καμία σημασία.Το μυαλό του βρίσκεται αλλού,παγιδευμένο ανάμεσα στα κατασκευάσματα του εγκεφάλου του καθώς αναζητά μιάν απάντηση στο ερώτημα που τον στοιχειώνει.
Ποιός είναι?Τι γυρεύει εδώ μέσα?Πότε έφτασε και πόσο θα μείνει?Αν είμαστε τυχεροί,ο χρόνος θα μας τα φανερώσει όλα.Γιά την ώρα,η μόνη μας δουλειά είναι να μελετούμε τις φωτογραφίες όσο πιό προσεκτικά μπορούμε και να αποφεύγουμε οποιαδήποτε πρόωρα συμπεράσματα.
»

Ο Ώστερ συνεχίζει να μας δίνει κάποια στοιχεία γιά τον χώρο και τον άνθρωπο αυτόν:

«...Δεν έχει σαφή αντίληψη του που ακριβώς βρίσκεται.Μέσα στο δωμάτιο,ναι,αλλά σε τι είδους κτίριο ανήκει αυτό το δωμάτιο?Σε σπίτι?Σε νοσοκομείο?Σε φυλακή?Δεν μπορεί να θυμηθεί πόσον καιρό βρίσκεται εδώ ούτε και τις συνθήκες που καταιγιστικά οδήγησαν στη μεταφορά του σ’αυτόν το χώρο.Ίσως να έμεινε εδώ πάντοτε,ίσως εδώ να είναι ο τόπος όπου έζησε από την ημέρα που γεννήθηκε.Αυτό που γνωρίζει είναι ότι η καρδιά του είναι γεμάτη με μιά ακατανίκητη αίσθηση ενοχής.Παράλληλα,δεν μπορεί να διώξει την αίσθηση ότι είναι θύμα μιάς τρομερής αδικίας..»

Ο άνθρωπος αυτός ονομάζεται κ.Μπλανκ..Τίποτε άλλο...Μπροστά του έχει μερικές φωτογραφίες παλιές,περασμένης εποχής,ανδρών και γυναικών και ένα χειρόγραφο.
Τις επόμενες ώρες,τον κ.Μπλανκ θα επισκεφθούν διάφοροι άνθρωποι,δύο κυρίες που τον περιποιούνται ως νοσοκόμες,ένας που του συστήνεται ως γιατρός,ένας που του συστήνεται ως πρώην αστυνομικός.Όλα τα ονόματα κάτι του λένε αλλά δεν μπορεί να θυμηθεί τι...
Οι φανατικοί αναγνώστες του Ώστερ θα αναγνωρίσουν στους χαρακτήρες αυτούς,πρωταγωνιστές από παλαιότερα έργα του ίδιου συγγραφέα.Το δε χειρόγραφο αποδεικνύεται ότι το έχει γράψει άλλος ένας ήρωας του Ωστερ από κάποιο βιβλίο του,ενώ ο δικηγόρος (και πράκτορας)του κ.Μπλανκ είναι άλλος ένας παλαιότερος μυθιστορηματικός χαρακτήρας.
Το χειρόγραφο είναι μιά περιπέτεια,μιά αναζήτηση,σαν άλλη μιά Καρδιά του Σκότους,του οποίου οι σκηνές επανέρχονται στη φαντασία του κ.Μπλανκ σαν εφιάλτης.Κάποια στιγμή χωρίς να ξέρει τι γίνεται παρακάτω,ο κ.Μπλανκ αυτοσχεδιάζει τη συνέχεια του χειρογράφου χωρίς πρόβλημα.

Τι νουβέλα είναι αυτή λοιπόν?Είναι μιά νοητική κατασκευή?Ένας είδος Μπορχεσικού μυθιστορήματος,όπου βέβαια «άλλα τα μάτια του λαγού κι΄άλλα της κουκουβάγιας»?Έίναι «ανακατεμένος ο ερχόμενος»?Μπορεί...Είναι όμως και μιά συνομιλία του Ώστερ με τον κόσμο του,με τους χαρακτήρες που έχει πλάσει στο παρελθόν.

Το βιβλίο όταν ξεπεράσει κανείς το πρώτο στάδιο,του «τι λέει αυτός τώρα»,ή, «τι εννοεί με αυτό»,διαβάζεται ευχάριστα και άνετα.Υπάρχει το ερώτημα που επανέρχεται συνέχεια,ποιός είναι ο κ.Μπλανκ και τι κάνει εκεί μέσα...Οι άνθρωποι που τον περιποιούνται,του τονίζουν συνέχεια ότι δεν θα ζούσαν χωρίς αυτόν,ότι έχουν υποφέρει αλλά και έχουν ευεργετηθεί από την παρουσία του.Του λένε όμως και ότι έχει υποπέσει σε πολύ σοβαρά παραπτώματα και πρέπει να τιμωρηθεί.Ο αναγνώστης ψιλοκαταλαβαίνει προς τα που πάει το πράγμα,αλλά και πάλι δεν είναι σίγουρος.

Τα βιβλία του Ώστερ είναι λαβύρινθοι,αινιγματικές ιστορίες χωρίς τέλος, αστυνομικές ιστορίες με φιλοσοφικές αναζητήσεις.Τίποτα στο έργο του δεν είναι απλό,τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.Η γραφή του είναι εκλεπτυσμένη,το ύφος του μοναδικό και η παρούσα νουβέλα δεν ξεφεύγει από αυτό το στυλ που τον έχει χαρακτηρίσει-οπότε θα μπορούσαμε να την βρούμε μέχρι και ενδεικτική της συγγραφικής του περσόνας. Από την άλλη,ο Ώστερ,είναι από τους πιό αυτοαναφορικούς συγγραφείς,ένα χαρακτηριστικό που ενίοτε κουράζει ακόμα και τους πιστούς του αναγνώστες.Εξάλλου το έχει γράψει ο ίδιος και μάλλον χρειάζεται να το θυμόμαστε που και που γιά να μπορέσουμε να «ξεκλειδώσουμε» την φιλοσοφία του...
«The question is the story itself, and whether or not it means something is not for the story to tell...»