Τρίτη, Δεκεμβρίου 18, 2012
posted by Librofilo at Τρίτη, Δεκεμβρίου 18, 2012 | Permalink
Η ζωή σαν βιντεογκέϊμ


Η βία σε όλες τις μορφές κυριαρχεί στο εξαιρετικό και καθηλωτικό μυθιστόρημα του Stephen Kelman (Λούτον,Αγγλία 1976), με τίτλο «ΑΓΡΙΑ ΠΑΙΔΙΑ» («Pigeon English»), (Εκδ. Μεταίχμιο, (ωραία) μετάφρ.+επίμετρο Κ.Σχινά, σελ.366). Είναι ένα βιβλίο με ήρωα και αφηγητή, ένα εντεκάχρονο αγοράκι, που ζει σε μια λαϊκή συνοικία του Λονδίνου και βιώνει καταστάσεις ακραίες, ισορροπώντας συνέχεια μεταξύ ζωής και θανάτου.



Ο Χάρι έχει φύγει από την Γκάνα με την μητέρα του και την μεγαλύτερη του αδερφή για να γλυτώσουν από τους πολέμους και την φτώχεια. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας (πατέρας, μικρότερη αδερφή-βρέφος, γιαγιά) περιμένουν την ευκαιρία τους να φύγουν κι αυτοί ερχόμενοι στο Λονδίνο.

Με τη βοήθεια ενός μαφιόζου συμπατριώτη τους, βολεύονται σε ένα διαμέρισμα ενός συμπλέγματος πανύψηλων εργατικών πολυκατοικιών στο Πέκαμ, μια συνοικία του Λονδίνου, από αυτές που φοβάσαι να διαβείς. Για τον Χάρι όμως όλα είναι πρωτόγνωρα και μαγικά. Το συνεχές ζεστό νερό, η τηλεόραση με τα εκατοντάδες κανάλια, τα βίντεογκέιμς, τα αθλητικά παπούτσια, το ασανσέρ που εκτινάσσεται με ταχύτητα προς τα επάνω. Η μητέρα του πιάνει δουλειά σε κάποιο νοσοκομείο και τα δύο παιδιά εγγράφονται στο τοπικό σχολείο.

Εύστροφος και προσαρμοστικός ο Χάρι, βλέπει ότι στους δρόμους επικρατεί ένα άλλο είδους πολέμου, και ότι οι συμμορίες είτε των συνομιλήκων του, είτε των μεγαλύτερων του παιδιών κυριαρχούν στους δρόμους και στο σχολείο, τρομάζοντας όχι μόνο τους συνομιλήκους του, εξευτελίζοντάς τους σε καθημερινή βάση αλλά και τους μικροκαταστηματάρχες της περιοχής και τους ενοίκους των γιγαντιαίων μπλοκ πολυκατοικιών.



Ο μικρός Χάρι αισθάνεται προστάτης της οικογένειας. Όταν ένα αγόρι, συμμαθητής του στο σχολείο βρίσκεται μαχαιρωμένο έξω από μια αλυσίδα φαγητού, ξυπνάνε στη μνήμη του εικόνες που έζησε στον τόπο του – απλά του φαίνεται αδιανόητο να πεθαίνει κάποιο παιδί για ένα χάμπουργκερ! Τις συμμορίες τις βλέπει καθημερινά, κάνει παρέα με τα μέλη τους, συμμετέχει σε μερικές αλητείες, αλλά γενικώς προβληματίζεται με αυτά που βλέπει, τις παράλογες συμπεριφορές και τους αναίτιους τσαμπουκάδες. Με ένα φιλαράκι του, θα δουν ως παιχνίδι την ανακάλυψη του ενόχου για τον φόνο του συμμαθητή τους. Μαζεύουν δακτυλικά αποτυπώματα με διάφορες αστείες δικαιολογίες, ψάχνουν στο πάρκο της περιοχής, αλλά αυτή τους η συμπεριφορά θα ενοχλήσει τα μέλη των συμμοριών και η κατάσταση αρχίζει να «γέρνει λίγο επικίνδυνα» για τον πανέξυπνο Χάρι.



«Όλοι λένε πως έχουμε πόλεμο, αλλά δεν τον έχω δει ακόμη. Άπειροι πόλεμοι γίνονται συνέχεια:



Πόλεμοι

Παιδιά εναντίον Δασκάλων.

Γυμνάσιο Νόρθγουελ Μέινορ εναντίον Γυμνασίου Λίμπριτζ.

Παρέα της Φάρμας Ντελ εναντίον Παρέας του Λιούζι Χιλ.

Emo εναντίον Sunshine.

Άρσεναλ εναντίον Τσέλσι.

Μαύροι εναντίον Λευκών.

Αστυνομία εναντίον Παιδιών.

Θεός εναντίον Αλλάχ.

Τσίκεν Τζο εναντίον KFC.

Γάτες εναντίον Σκύλων.

Άλιεν εναντίον Κυνηγών.



Δεν έχω δει κανέναν από αυτούς τους πολέμους. Άμα γινότανε πόλεμος θα το καταλάβαινες γιατί θα έσπαζαν όλα τα παράθυρα και τα ελικόπτερα θα είχαν όπλα πάνω τους. Ούτε που έχουν όπλα τα ελικόπτερα, μονάχα προβολείς. Ούτε νομ΄ζω πως έχουμε πόλεμο. Δεν το έχω δει.

Ούτε που ξέρω με ποια πλευρά είμαι. Κανένας δεν μου είπε ακόμη. Εναντίον σημαίνει πως είσαι αντίπαλος.»



Τρομακτικό και ταυτόχρονα διασκεδαστικό, με έναν ακαταμάχητο ήρωα (τον μικρούλη Χάρι), το μυθιστόρημα του (πρωτοεμφανιζόμενου στην Βρετανική λογοτεχνική σκηνή) Κέλμαν, υπαλλήλου του Δήμου, αφορμάται από ένα φρικώδες περιστατικό που συνέβη το 2000 στο Πέκαμ (την συνοικία που διαδραματίζεται το βιβλίο), - και όπως ωραία το περιγράφει η Κ.Σχινά στο κατατοπιστικότατο επίμετρο του βιβλίου - όταν ο μικρός Αφρικανός, Νταμιλόλα Τέιλορ δολοφονήθηκε ενώ γύριζε σπίτι από ένα απογευματινό μάθημα. Οι δράστες ήταν δύο παιδιά, δώδεκα και δεκατριών χρόνων, οι οποίοι του είχαν στήσει ενέδρα, τον κυνήγησαν, τον χτύπησαν με σπασμένο μπουκάλι και ο μικρός ξεψύχησε στα σκαλιά της εργατικής πολυκατοικίας όπου διέμενε. Συνολικά τριανταδύο (32) νεαροί (μικρά παιδιά) σκοτώθηκαν στη δεκαετία 2000-2010 από συμμορίες νεαρών.



Το παιδί-ήρωας του μυθιστορήματος του Κέλμαν είναι ένα γλυκύτατο και πανέξυπνο αγοράκι που στην ηλικία που είναι, θεωρεί την ζωή ως ένα βιντεοπαιχνίδι. Τον απασχολούν όχι μόνο τα συνηθισμένα για την ηλικία του θέματα – αν θα κάτσει το κοριτσάκι που του αρέσει στην τάξη, στο διπλανό του θρανίο, αν τα παπούτσια Diadora είναι καλύτερα από τα Nike Air κ.ο.κ. Η περιέργειά του και η ανέμελη σκανταλιά της ηλικίας του είναι αυτά που θα του δημιουργήσουν προβλήματα.



Η αφήγηση του 11χρονου σε σπασμένα Αγγλικά («pigeon English» όπως είναι και ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου) διαφέρει από την γλώσσα που χρησιμοποεί η Ντόναχιου στο (αριστουργηματικό) «Δωμάτιο» ή από αυτήν του Σάφραν Φόερ στο (συγκλονιστικό)«Εξαιρετικά δυνατά&απίστευτα κοντά». Η γλώσσα του Χάρι είναι ακατέργαστη, γεμάτη Γκανέζικους ιδιωματισμούς, μια γλώσσα του δρόμου και ίσως γι’αυτό μέσα από την απλότητα και τις εκφράσεις ενός σχεδόν αυτοσχέδιου ιδιώματος αναδεικνύεται εντονότερα η φρίκη της ανεξέλεγκτης κοινωνικής βίας που κυριαρχεί σ’αυτό το σημαντικό μυθιστόρημα, το οποίο ήταν στην μικρή λίστα (short list) του βραβείου Man-Booker για το 2011, ενώ τα δικαιώματα έκδοσης του αποτέλεσαν σημείο διαμάχης μεταξύ 12 εκδοτικών οίκων, καταλήγοντας στον Bloomsbury με τις φήμες να οργιάζουν για εξαψήφιο ποσό εξαγοράς!



Το βιβλίο είναι όμως πάνω απ’όλα ένα μυθιστόρημα με έντονο κοινωνιολογικό ενδιαφέρον και αποτελεί αφορμή για στοχασμό και πολλές συζητήσεις πάνω στο θέμα της τυφλής και ανεξέλεγκτης βίας των μεγαλουπόλεων. Την βία που την διακρίνει ο φανατισμός και η οργή προς την κοινωνία των έντονων ταξικών διαφορών που έχουν επικρατήσει τα τελευταία χρόνια στον «πολιτισμένο» κόσμο, την βία της απόγνωσης μπροστά σε ένα μέλλον που φαντάζει αδιέξοδο και χειρότερο από το παρόν. Την έκδοση του βιβλίου στην Μ.Βρετανία το 2010, ακολούθησαν τα μεγάλα επεισόδια στα προάστεια του Λονδίνου το καλοκαίρι του 2011, για τους περισσότερους ακατανόητα και παράλογα, αλλά για όποιον διαβάσει το μυθιστόρημα του Κέλμαν εξηγήσιμα και ίσως όχι τόσο αιφνιδιαστικά στο τέλος.