Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11, 2008
posted by Librofilo at Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11, 2008 | Permalink
Λύπες δεμένες...
Ίσως η πλέον εμπεριστατωμένη ανάλυση του σύγχρονου Ιαπωνικού αστικού τρόπου ζωής βρίσκεται στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα της συγγραφέως ΜΙΓΙΟΥΚΙ ΜΙΓΙΑΜΠΕ «Η ΠΥΡΙΝΗ ΑΜΑΞΑ», (Εκδ. Printa, σε μετάφ. από τα Αγγλικά του Βασ.Πουλάκου, σελ. 337), (86). Μία φαινομενικά αστυνομική ιστορία που σχολιάζει την καταναλωτική υστερία και τις τραγωδίες που κρύβονται πίσω από τα δάνεια, τις πιστωτικές κάρτες και το «οικονομικό θαύμα» της σύγχρονης Ιαπωνίας.

Ο 43άχρονος χήρος αστυνόμος Χόνμα είναι σε αναρρωτική άδεια λόγω ενός ατυχήματος που είχε. Μένει μαζί με τον υιοθετημένο 10άχρονο γιό του σε ένα μικροαστικό διαμέρισμα του Τόκιο. Η άδεια του τελειώνει όπου νά’ναι και αυτός νιώθει σαν θηρίο στο κλουβί. Όταν τον επισκέπτεται μετά από πολλά χρόνια ένας ανηψιός του και θέλει να του αναθέσει μιά προσωπική του υπόθεση, δεν το πολυσκέφτεται. Εξάλλου του φαίνεται κάτι πολύ απλό. Η αρραβωνιαστικιά του Τζουν, του τραπεζίτη ανηψιού του Χόνμα, η πανέμορφη Σόκο Σεκίνε εξαφανίστηκε λίγο πριν τον γάμο της με τον Τζουν. Λες και άνοιξε η γη να την καταπιεί, τα μάζεψε και έχει γίνει άφαντη, ενώ όπως είχε δηλώσει στον Τζουν, δεν είχε κανέναν συγγενή "εν ζωή"... Η αφορμή ήταν η ανακάλυψη από τον Τζουν ότι η Σόκο στο παρελθόν είχε μπει σε καθεστώς προσωπικής πτώχευσης ,ένα είδος «εταιρικής πτώχευσης» που βάσει του Ιαπωνικού νόμου, μπορεί να κάνει ένας ιδιώτης όταν τον έχουν πνίξει τα προσωπικά χρέη από δάνεια και πιστωτικές κάρτες.
Ο Χόνμα ψάχνει παντού και σχετικά εύκολα διαπιστώνει ότι η φωτογραφία που του είχε δώσει ο Τζουν δεν ταιριάζει με τις περιγραφές που κάνουν γιά την Σόκο οι παλιοί της συνεργάτες. Το δικηγορικό γραφείο που είχε κινήσει τις διαδικασίες πτώχευσης τον βάζει στον σωστό δρόμο λέγοντας του ότι η Σόκο λόγω των χρεών της στο παρελθόν αναγκάστηκε να δουλεύει ως «συνοδός» σε μπαρ, κάτι που δεν προέκυπτε από τον τρόπο ζωής της με τον ανηψιό του. Ο Χόνμα διαπιστώνει από τις συνεχείς έρευνες στο παρελθόν και στην πόλη που έμενε η κοπέλα ότι η Σόκο ήταν κάποια άλλη κοπέλα (η οποία και αυτή είχε μείνει μόνη στον κόσμο αφού η μητέρα της είχε ένα περίεργο ατύχημα λίγα χρόνια πριν) και όχι η αρραβωνιαστικιά του ανηψιού του. Οπότε που ήταν η αληθινή Σόκο και ποιά ήταν η «άλλη» που οικειοποιήθηκε το όνομα της, την ταυτότητά της και την οικογενειακή της μερίδα. Μήπως η Σόκο δολοφονήθηκε από την «άλλη»; Και αν ναι, γιατί; Το σίγουρο είναι ότι η «άλλη» αγνοούσε τα περί χρεωκοπίας της Σόκο, άρα μήπως και αυτή, η αινιγματική «δολοφόνος» αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα (ή και μεγαλύτερο) και έπρεπε επειγόντως να αλλάξει ταυτότητα;

Αυτό είναι ένα βιβλίο γιά το οποίο μπορείς να μιλάς ώρες...Το πρόσχημα είναι η αναζήτηση, το «γιατί» που υπάρχει σε κάθε σελίδα του. Δεν έχουμε να κάνουμε με ένα «who-done-it» ενός τυπικού αστυνομικού θρίλερ αλλά με ένα αγωνιώδες και ταυτόχρονα σπαρακτικό μυθιστόρημα επιβίωσης.

Το πρόβλημα των χρεών που συσσωρεύει ο άνθρωπος στον πολιτισμένο κόσμο είναι τεράστιο και όσο πάει διογκώνεται. Το ζούμε καθημερινά γύρω μας, το βλέπουμε σε άλλες χώρες, το βιώνουμε μέσα στις οικογένειες μας ή και στις συναναστροφές μας. Είσαι νέος, πιάνεις την πρώτη σου δουλειά, βγάζεις μιά κάρτα, αρχίζεις τις αγορές γοητευμένος από την ευκολία. Κάποια στιγμή βγάζεις μιά δεύτερη, μιά τρίτη κάρτα , μιά τέταρτη. Οι δόσεις σε πιέζουν, μπορεί να πάρεις και ένα δάνειο γιά να τις αποπληρώσεις. Συνειδητοποιείς ότι δουλεύεις γιά να αποπληρώνεις δόσεις...
«Όταν μπεις στο παιχνίδι, η δομή του είναι τέτοια που είναι πολύ δύσκολο να βγεις. Όσο πιό έντιμο και πιό σοβαρό άτομο είσαι, τόσο πιό βαθειά βουλιάζεις. Πλατσουρίζεις σπασμωδικά όσο μπορείς, αλλά σύντομα δεν μπορείς πιά να κουνηθείς. Στο τέλος ψάχνεις για οποιαδήποτε δυνατή διέξοδο – κάτι που συχνά αποδεικνύεται εγκληματικό...Οι εταιρείες δανείζουν συνέχεια και παντού – με την προϋπόθεση να μη σκάσει το κανόνι στα δικά τους χέρια – και στο μεταξύ εισπράττουν όλους αυτούς τους τόκους. Συνήθως χαμένος βγαίνει ο ιδιώτης – ούτε η τράπεζα, ούτε ο τοκογλύφος. Είναι κάτι σαν ανάποδη πυραμίδα, με τον οφειλέτη κάτω κάτω, να σηκώνει στην πλάτη του όλους τους δανειστές του. Αν γλιστρήσεις σε πλάκωσαν. Όλο και πιό βαριά χρέη μαζεύονται πάνω σου, ώσπου στο τέλος σε λιώνουν

Η «προσωπική πτώχευση» που έχουν ως νόμο στην Ιαπωνία ανακουφίζει σχετικά τον καταναλωτή αλλά από την άλλη του δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Δεν έχει πλέον πιστοληπτική ικανότητα, δεν μπορεί να ανοίξει εύκολα λογαριασμό, στερείται της δυνατότητας πιστωτικής κάρτας. Οι εισπρακτικές εταιρίες συνεργάζονται με την μαφία της χώρας,την διαβόητη Γιακούζα και αν θέλουν να σε κυνηγήσουν δεν γλυτώνεις, έστω και αν τυπικά ο νόμος σε προστατεύει.

Η ζωή στο Τόκιο περιγράφεται σαν μιά ζωντανή κόλαση. Άνθρωποι που δουλεύουν σαν παλαβοί, απρόσωπες σχέσεις, σκληρότητα, υπέρμετρη μοναξιά . Όλα αυτά συνοδευμένα από την τυπολατρεία και την μανία της τάξης που έχουν οι Ιάπωνες (ενδεικτικό είναι ότι η συγγραφέας βάζει τον Χόνμα να σκαρφίζεται ένα σωρό ψιλοπαρανομίες γιά να μπορέσει να βγάλει άκρη στην δαιδαλώδη γραφειοκρατία που έχουν το κράτος και οι επιχειρήσεις), βγάζει έναν αγχωμένο ρυθμό στο βιβλίο που όσο προχωράς στην ανάγνωση του σε πνίγει. Το ύφος της Μιγιάμπε είναι ήρεμο και χαλαρό αλλά η αφήγησή της σπάει κόκκαλα και η αγωνία είναι μεγάλη όσο προχωράμε προς την αποκάλυψη της ταυτότητας της αινιγματικής κοπέλας που πήρε την θέση της Σόκο και την τραγική της ιστορία.

Η «Πύρινη άμαξα» του τίτλου – «Kasha» στα Ιαπωνικά (είναι και ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου,ενώ στον Αγγλόφωνο κόσμο, ο τίτλος είναι «All she was worth»), αναφέρεται σε ένα βουδιστικό μύθο γιά μιά πύρινη άμαξα που οδηγείται από δαιμόνια, τα οποία συλλαμβάνουν τους αμαρτωλούς και τους πηγαίνουν στην κόλαση, σήμερα όμως ,όπως αναφέρει η συγγραφέας σε μιά συνέντευξη της που δημοσιεύεται στο τέλος του βιβλίου, σημαίνει επίσης «έλλειψη μετρητών».

«-Τι σκοπεύεις να κάνεις; ρώτησε ο Ισάκα βλέποντας τον Χόνμα σκεφτικό.
-Θα ψάξω να βρω στοιχεία γιά την πραγματική Σόκο Σεκίνε. Πως ζούσε, τι είδους προβλήματα είχε. Αν βρω κάτι, ίσως αποκτήσω μιά καλύτερη ιδέα για το τι ακριβώς τράβηξε την προσοχή αυτής της γυναίκας που γύρευε καινούργια ταυτότητα.
-Μάλλον μπελάδες γύρευε ,μουρμούρισε μέσα απ’τα δόντια του ο Ισάκα. Ήθελε βόλτα με την άμαξα που λένε τα Σούτρα, την πύρινη άμαξα που πάει τους αμαρτωλούς στην κόλαση.
-Πύρινη άμαξα;
Ο Ισάκα απάγγειλε:


Λύπες δεμένες
Σε πύρινους τροχούς-
Στη θύρα μου μπροστά
Τριζοκοπώντας τους ακούω να περνούν.
Κι όλο αναρωτιέμαι,
Που να πηγαίνουν;Που;


Χαμογέλασε. Χτες βράδυ, όταν έλεγα στη Χισάε γιά την πτώχευση κι όλα αυτά, μου ήρθε στο μυαλό. Είναι ένα ποίημα από την παλιά ανθολογία Το Κόσμημα της Επίτευξης, αν θυμάμαι καλά.
Ναι οι τροχοί του κάρμα, με τις γοργές στροφές τους.
Η Σόκο Σεκίνε είχε προσπαθήσει να τους σταματήσει. Κάποια στιγμή είχε πέσει από την άμαξα. Και τότε, χωρίς καν να το καταλάβει, η γυναίκα που είχε πάρει την θέση της είχε ανεβεί ξανά


Ένα θρίλερ διαφορετικό, ένα θρίλερ που το ανατριχιαστικό του σημείο ή και ατού είναι το κίνητρο και όχι το φρικιαστικό έτσι κι αλλιώς έγκλημα που αποκαλύπτεται. Ο αναγνώστης όμως δεν μπορεί να νιώσει απέχθεια γιά την δολοφόνο αφού είναι κι αυτή ένα θύμα της μοίρας, ακόμα πιό τραγικό από την Σόκο αφού εκείνην την ακολουθεί η ιστορία ολόκληρης της οικογένειας της, που έπεσε θύμα των δανειστών.

Ζωές μπερδεμένες, ζωές αδιέξοδες παγιδευμένες σε έναν αστικό ιστό της αράχνης από τον οποίο ότι και να κάνουνε δεν μπορούν να ξεφύγουν. Το τέλος του μυθιστορήματος είναι αριστοτεχνικό και υπερκαλύπτει τα κενά της αστυνομικής πλοκής. Το βιβλίο βραβεύτηκε στην Ιαπωνία το 1992 ως, νουβέλα της χρονιάς και Αστυνομικό μυθιστόρημα της χρονιάς.