Δευτέρα, Ιουλίου 23, 2007
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιουλίου 23, 2007 | Permalink
Μιά υπέροχη περιπλάνηση
Πραγματική αναγνωστική απόλαυση προσφέρει , το ογκώδες μυθιστόρημα του Ελβετού συγγραφέα και καθηγητή φιλοσοφίας Πασκάλ Μερσιέ (ψευδώνυμο του Πέτερ Μπιέρι) , «ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΤΡΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗ ΛΙΣΑΒΟΝΑ» (Εκδ.Ψυχογιός,σελ. 558) (90) . Το βιβλίο το πήρα καθαρά από ένστικτο,δεν είχα διαβάσει τίποτα γι’αυτό και βρέθηκα μπροστά σε μιά έκπληξη από την πρώτη σελίδα.

Ο καθηγητής Λατινικών Ραιμούντους Γκρεγκόριους διδάσκει σε ένα λύκειο της Βέρνης. Τυπικός και σχολαστικός στο έπακρο, ζει μόνο γιά να διδάσκει. Χωρισμένος,ζει μόνος του και κάθε μέρα ακολουθεί το ίδιο δρομολόγιο γιά να πάει στο σχολείο.Ένα πρωινό σώζει μιά νεαρή , η οποία αποπειράτο να αυτοκτονήσει πέφτοντας από μιά γέφυρα . Συνομιλώντας μαζί της καταλαβαίνει ότι είναι ξένη,την ρωτάει ποιά είναι η μητρική της γλώσσα και εκείνη του απαντάει «português».Ο καθηγητής πάει γιά πρώτη φορά στη ζωή του,αργοπορημένος στη τάξη συνοδεύοντας την κοπέλλα , αλλά αυτή η λέξη με την χαρακτηριστική της προφορά του κολλάει στο κεφάλι.Με τη μελωδία αυτής της λέξης να τον τυραννάει περιπλανιέται στην πόλη και μπαίνει σε ένα Ιβηρικό βιβλιοπωλείο χωρίς ακόμα να έχει σχηματισμένο στο μυαλό του τι ακριβώς ζητάει εκεί μέσα. Ο βιβλιοπώλης του χαρίζει ένα μικρό βιβλιαράκι που είχε βρει παραπεταμένο,σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο της Λισαβόνας.Είναι μιά ιδιωτική (μάλλον) έκδοση του 1975 κάποιου Αμαντέου ντε Πράντου . Ο βιβλιοπώλης προσφέρεται να μεταφράσει λίγες προτάσεις στον Γκρεγκόριους. Του διαβάζει την εισαγωγή και του λέει ότι ο συγγραφέας έχει γράψει ένα βιβλίο ιδεών με κεφάλαια μεγάλα και κεφάλαια με μία μόνο πρόταση όπως αυτή:
«Αν πράγματι δεν μπορούμε να ζήσουμε παρά ένα μικρό μόνο μέρος όσων έχουμε μέσα μας – τότε τι γίνεται με τα υπόλοιπα?»

Ο Γκρεγκόριους παίρνει μαζί με το βιβλίο και μιά μέθοδο εκμάθησης Πορτογαλικών και ένα λεξικό.Μέχρι να τελειώσει η ημέρα,είχε πάρει την απόφαση του.Θα πάει στην Λισαβόνα να ψάξει γιά τον συγγραφέα αυτού του περίεργου βιβλίου.
Ο Πράντου στο βιβλίο του προσπαθεί να βρει τη σημασία της μοναξιάς,της φιλίας,της αγάπης,της εντιμότητας,του θανάτου και της ανθρώπινης φθοράς ,και των εμπειριών του ανθρώπου.Συνεπαρμένος απ’ότι διαβάζει ο Γκρεγκόριους προσπαθεί να κατανοήσει και να γνωρίσει περισσότερα γιά τον άγνωστό του αλλά και τόσο κοντινό του συγγραφέα.Το ψάξιμο του στη Λισαβόνα τού αποκαλύπτει έναν εκπληκτικό άνδρα-ένα γιατρό και ποιητή που η ανάμειξη του στην αντίσταση εναντίον του δικτάτορα Σαλαζάρ τού άλλαξε τη ζωή.

Πόσο μπορείς όμως να καταλάβεις πραγματικά κάποιον άλλον?Μήπως στη πραγματικότητα προσπαθείς μέσω αυτού να κατανοήσεις τον ίδιο σου τον εαυτό?

«Κι’εδώ επιβεβαιώνεται γι’άλλη μιά φορά αυτό που πάμπολλες φορές μ’εχει διδάξει η πείρα μου,και μάλιστα ενάντια στην πνευματική μου ιδιοσυγκρασία:ότι το σώμα δεν δωροδοκείται όπως το μυαλό.Το μυαλό είναι το εξαίσιο σκηνικό ψευδαισθήσεων,υφασμένων από όμορφα,παρήγορα λόγια τα οποία μας ξεγελούν ότι τάχα ξέρουμε καλά τον εαυτό μας-τόσο καλά,ώστε ο οικείος αυτός εαυτός αποκλείεται να μας εκπλήξει.Πόσο βαρετή θα ήταν όμως,η ζωή μέσα σε τόσο απόλυτη αυτογνωσία!»

Πόσο εύκολα μπορείς να ξεφύγεις από τα δεσμά της οικογένειας?Η τραγική μοίρα της οικογένειας του Ντε Πράντου , η μεγαλοφυία του που πήγε χαμένη, οι εκπληκτικοί χαρακτήρες που γνωρίζει ο Γκρεγκόριους στην Πορτογαλία του αλλάζουν πραγματικά τη ζωή και τον βοηθάνε να κατανοήσει καλύτερα τον ίδιο του τον εαυτό.

Ένα εκπληκτικό,πολυφωνικό αριστούργημα που είναι ένα ταξίδι μέσα στην Ευρώπη αλλά και μέσα στις σκέψεις και στα συναισθήματα μας.Ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα βαθύ και ευαίσθητο,ουσιαστικά ανθρώπινο και συγκινητικό που κερδίζει τον αναγνώστη με την ηρεμία του και τα νοήματα που εμπεριέχονται σε κάθε κεφάλαιο.Μυθιστόρημα αυτογνωσίας και εσωτερικού ταξιδιού...

«Κι’όταν ξεκινάμε να καταλάβουμε κάποιον ως τα μύχια της καρδιάς του?Είναι αυτό ένα ταξίδι που φτάνει κάποτε στον προορισμό του?Είναι η ψυχή ένας τόπος γεγονότων?Ή μήπως τα υποτιθέμενα γεγονότα είναι οι απατηλές σκιές των ιστοριών μας?»
 
Τετάρτη, Ιουλίου 18, 2007
posted by Librofilo at Τετάρτη, Ιουλίου 18, 2007 | Permalink
Ο βαρετός Ροθ και η Αθήνα του 1920 σε κοινό ποστ-μάλλον με χτύπησε η ζέστη...
Βάσανο πραγματικό η ανάγνωση ενός βιβλίου σαν τον «ΚΑΘΕΝΑ» του μέγιστου Philip Roth (Εκδ.ΠΟΛΙΣ,σελ.214) (65) . Όχι γιατί δεν διαβάζεται ,ίσα-ίσα,κυλάει σαν νερό και το μοναδικό στυλ του συγγραφέα σε κρατάει σε ένα συνεχές ενδιαφέρον,αλλά γιά το θέμα του.

Ο Ροθ περιγράφει την ιστορία ενός καθημερινού ανθρώπου πρώην επιτυχημένου διαφημιστή του οποίου, την κηδεία παρακολουθούμε στην αρχή του βιβλίου, σε ένα μακρύ και κουραστικό κεφάλαιο.Στην συνέχεια ο συγγραφέας ξετυλίγει σκηνές από τη ζωή τού ήρωά του, οι οποίες εναλλάσονται με την προ του θανάτου καθημερινότητά του.

Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, είχε παντρευτεί τρεις φορές και είχε ισάριθμα διαζύγια,είχε διάφορες ερωμένες κατά τη διάρκεια της πλούσιας σεξουαλικά ζωής του,είχε τρία παιδιά αλλά μόνο με την αξιαγάπητη κόρη του την Νάνσυ είχε σχέσεις,είχε κάνει λαμπρή καριέρα αλλά πλέον το μόνο που τον απασχολούσε καθώς γερνούσε μέσα στη μοναξιά,ήταν η αποφυγή του θανάτου.
Μόλις μπήκε στην έβδομη δεκαετία της ζωής του (λίγο μετά τα εξήντα δηλαδή),οι ασθένειες και τα μπες-βγες στα νοσοκομεία είχαν γίνει μέρος της καθημερινότητάς του.Όλα αυτά σε συνδιασμό με το γεγονός ότι είχε μείνει τα τελευταία χρόνια τελείως μόνος (αφ’ότου απαλλάχθηκε από την τελείως ανίκανη αλλά ιδιαίτερα όμορφη τρίτη του σύζυγο),τον οδηγούν σε μαύρες σκέψεις,σε απίστευτη βαρεμάρα στην ειδυλιακή παραθαλάσσια κοινότητα στην οποία ζει.

Ο Ροθ ούτε λόγος να γίνεται ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς συγγραφείς του περασμένου αιώνα,τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται πολύ κουρασμένος και μάλλον έχει στερέψει.Όταν δεν έχεις τίποτα άλλο να πεις τότε το στυλ θα σε σώσει-νομίζω ο Χ.Τζέημς το έχει πει αυτό και ταιριάζει τέλεια στην περίπτωση Ροθ.

Η φθορά του σώματος την οποία βιώνει καθημερινά στον εαυτό του και στους συνομηλίκους του,τού γίνεται εμμονή.
«Αν είχε ενημερωθεί γιά τα θνητά πάθη κάθε άνδρα και κάθε γυναίκας που έτυχε να γνωρίσει όλα τα χρόνια της επαγγελματικής του ζωής, του καθενός την οδυνηρή ιστορία, τη γεμάτη λύπες, απώλειες, στωικότητα, φόβο, μοναξιά και πανικό, αν είχε μάθει ποιό ήταν και το πιό ασήμαντο πράγμα που ήταν κάποτε ζωτικά δικό τους και το είχαν στερηθεί, αν είχαν μάθει με ποιό συστηματικό τρόπο οδηγούνταν στην καταστροφή, θα’πρεπε να μείνει στο τηλέφωνο όλη μέρα κι όλη νύχτα,και να κάνει άλλα τουλάχιστον εκατό τηλεφωνήματα. Τα γηρατειά δεν είναι μάχη,τα γηρατειά είναι σφαγή.»

Απεναντίας διασκέδασα πολύ με την αειθαλή νουβέλα του Παύλου Νιρβάνα «ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ»(Εκδ.Ίνδικτος σελ.147) (75).
Ένα «Καφκικού» στυλ σατυρικό βιβλίο γραμμένο την δεκαετία του 1920 σε αστυνομικό ύφος.

Θεωρώ ότι θα είναι λάθος να πιάσει κανείς αυτό το βιβλίο περιμένοντας να διαβάσει μιά αστυνομική ιστορία.Υπάρχει μιά προσπάθεια από τον ευρύτερο λογοτεχνικό χώρο,η νουβέλα αυτή να θεωρηθεί ως απαρχή του αστυνομικού μυθιστορήματος στη χώρα μας.Πιστεύω ότι το βιβλίο δεν έχει ουδεμία σχέση με το είδος,σίγουρα υπάρχει κάποιο "άρωμα" αστυνομικής λογοτεχνίας, αλλά απ’ότι αντιλαμβάνομαι η πρόθεση του Νιρβάνα ήταν να σατυρίσει την κοσμική Αθήνα της εποχής κάτι που το καταφέρνει εξαίσια.

Ο ήρωας του βιβλίου με το εκπληκτικό όνομα Νίκος Μολοχάνθης είναι ένας νέος αφελής και ανεπρόκοπος που το μόνο που κάνει στη ζωή του είναι να ξεκοκκαλίζει την πατρική περιουσία στις διασκεδάσεις της πρωτεύουσας παρατώντας τις σπουδές του,ξενυχτώντας τον οποίο προσεταιρίζονται διάφοροι εξυπνάκηδες που τον διευκολύνουν να ξοδέψει τα λεφτά του.Αυτός ο νέος λοιπόν επηρρεασμένος από τα αστυνομικά έργα της εποχής, βρίσκει την αφορμή από ένα έγκλημα πάθους που έγινε στο «εξωτικό και απομακρυσμένο» Ψυχικό της εποχής και παραμένει ανεξιχνίαστο ,να ελκύσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης γιά το άτομο του,έτσι λοιπόν,αυτοενοχοποιείται ως δράστης του εγκλήματος.Είναι δε σίγουρος μέσα στην αγαθοσύνη του ότι αφού γίνει ο σχετικός ντόρος γύρω από το όνομά του,θα αποκαλύψει την αλήθεια και θα την γλυτώσει χωρίς κόστος.
Έλα όμως που η πραγματικότητα την οποία βιώνει είναι διαφορετική.Το «άλλοθί του» εξαφανίζεται με τα λεφτά του,τον κλείνουν στην φυλακή και βιώνει μιά κόλαση αφού βρίσκεται ένα βήμα πριν από την εκτέλεση.

Εκείνο που καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα την νουβέλα γιά τον σημερινό αναγνώστη (αφού προσπεράσει την τελείως αφελή και γεμάτη κενά πλοκή της ιστορίας) είναι η εξαιρετική καταγραφή της εποχής,που δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα από το 1928 . Οι κοσμικοί που δραστηριοποιούνται να σώσουν τον Μολοχάνθη πιστεύοντας ότι βρήκαν στο πρόσωπο του ένα μοιραίο και απελπισμένο θύμα του έρωτα,τα πάρτυ και τα εξοχικά καφέ με τα σεπαρέ,οι δημοσιογράφοι που δρουν ως αρπακτικά,η ανικανότητα της αστυνομίας,οι δεσμοφύλακες που χρηματίζονται-τελικά «όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν».

Ο συγγραφέας ειρωνεύεται τους πάντες και τα πάντα,μόνο η φτωχή πλην τίμια μοδιστρούλα Φρόσω η οποία περιμένει στωικά τον ανεπρόκοπο Μολοχάνθη γλυτώνει από την ειρωνία του,και ίσως γι’αυτό να είναι τελικά ο πιο flat χαρακτήρας της νουβέλας και ένας από τους αδύναμους κρίκους της.

Εξαιρετική η έκδοση (όπως πάντα) της Ινδίκτου και ιδιαίτερα κατατοπιστική η εισαγωγή του Γ.Ράγκου αν και διαφωνώ με την προσέγγιση του στο βιβλίο την οποία θα προτιμούσα περισσότερο ανάλαφρη και χωρίς σοβαροφάνεια,η οποία πιστεύω ότι αποπροσανατολίζει τον αναγνώστη σχετικά με το στυλ της νουβέλας που θα διαβάσει στη συνέχεια.
 
Παρασκευή, Ιουλίου 13, 2007
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιουλίου 13, 2007 | Permalink
Γι'αυτές τις απολαύσεις αξίζει να ζεις
Αποδεχόμενος την πρόσκληση/πρόκληση της Aura να γράψω γιά τα αγαπημένα μου ταξίδια εγνώριζα ότι θα μου ήταν το ίδιο δύσκολο με το να γράψω γιά τα αγαπημένα μου βιβλία (κάτι που έχω αρνηθεί να κάνω) ή τις αγαπημένες μου ταινίες .

Με τα ταξίδια μού συμβαίνει το εξής:Σκέφτομαι έναν προορισμό και μετά από λίγο μού έρχεται στο μυαλό ένας άλλος . Πως να ιεραρχήσεις τις στιγμές...Γιατί αυτό είναι το ταξίδι όπως πολύ καλά το θίγει ο Nuwanda στο ωραίο του σχετικό post, οι στιγμές...

Είμαι ένας άνθρωπος που φροντίζει να προγραμματίζει τα πάντα . Σαν ταξιδιώτης έχω απίστευτους ψυχαναγκασμούς –ένας απο τους πλέον εμφανείς:Φοβάμαι μη ξεμείνω από βιβλία,παίρνω λοιπόν μαζί ένα βιβλίο γιά κάθε ημέρα ταξιδιού και συνήθως πάνω από τα μισά μένουν αδιάβαστα (αφήστε το βάρος της βαλίτσας),καλύτερα να μην επεκταθώ - αυτός ο ψυχαναγκασμός πρέπει να αποτελέσει το θέμα ενός άλλου ποστ (όπως με έχει συμβουλέψει το Alef).

Έχω ταξιδέψει αρκετά και ελάχιστα πράγματα με εκπλήσσουν πλέον . Προσπαθώ λοιπόν να ξεχωρίσω μερικά μέρη που μου έκαναν περισσότερη εντύπωση,χωρίς να είναι αναγκαστικά τα ωραιότερα που έχω δεί στη ζωή μου . Να δώσω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, λατρεύω τις μεγάλες πρωτεύουσες ...Λονδίνο,Παρίσι,Ρώμη,Άμστερνταμ είναι αγαπημένοι προορισμοί,υπέροχες πραγματικά πόλεις αλλά δυστυχώς οι περισσότερες από αυτές είναι συνυφασμένες μέσα μου με επαγγελματικά ταξίδια (άσχετο εάν ξεκλέβω στιγμές γιά να επισκεφθώ αγαπημένα spots σε αυτές-την βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο,κάποιες διαδρομές στο ιστορικό κέντρο της Ρώμης,την βόλτα στα κανάλια του Άμστερνταμ,την Sacré-Coeur και τα γύρω καφέ στο Παρίσι).

Το πρώτο ταξίδι που θυμάμαι ήταν με το πλοίο στο οποίο ήταν καπετάνιος ο πατέρας μου.Ήμουν 5 χρονών,με την μητέρα μου πετάξαμε γιά Ρόττερνταμ,και από εκεί ξεκίνησαμε.Πήγαμε στο Ροστόκ φορτώσαμε (δεν μου έχουν πει τι) και μετά κατευθείαν γιά Ιαπωνία . Από εκεί το μπάρκο ήταν γιά Τέξας...Περάσαμε την Διώρυγα του Παναμά και φτάσαμε . Από το Χιούστον γυρίσαμε με το αεροπλάνο στην Αθήνα.Λοιπόν επειδή στο ταξίδι πάνω απ’όλα μετράει το timing,θα πλήρωνα πολλά λεφτά τώρα γιά να κάνω αυτό το δρομολόγιο,εγώ το έζησα στα 5,τι να κάνουμε...Τι θυμάμαι από αυτή την περιπέτεια των παιδικών μου χρόνων?Ελάχιστες εικόνες στο μυαλό μου...Μιά τεράστια θαλάσσια χελώνα όπως περνούσαμε την Διώρυγα,τα φώτα στο Τόκυο,τα φαγητά που τα είχανε σε βιτρίνα στην Ιαπωνία και διάλεγες,τα παιχνίδια που μου αγοράσανε,τα χιόνια στο λιμάνι του Ροστόκ και το παγοθραυστικό που πήγαινε μπροστά,μερικές σκανταλιές μου στο πλοίο (με βάζανε και κατουρούσα το καπέλο του μάγειρα-τρία καπέλα πέταξε ο κακομοίρης).Λέτε γι’αυτές τις σκανταλιές να μη με ξαναπήρε μαζί του πατέρας μου?

Τα μέρη λοιπόν που με έχουν εντυπωσιάσει περισσότερο χωρίς απαραίτητα να είναι τα ωραιότερα που έχω δει,είναι :


Το Μάτσου-Πίτσου στο Περού.
Η διαδρομή με το τρενάκι Cusco-Matsu Picchu,η νεκρή πολιτεία χαμένη πίσω από τα σύννεφα,η ανάβαση με τα πόδια,να ακούγονται μόνο οι ήχοι των πουλιών,το μέρος να σε υποβάλλει με τον μυστικισμό που αποπνέει.


Το Μπουένος Άϋρες στην Αργεντινή
Πήγα πριν 11 χρόνια.Μάλλον θα ξαναπάω τον Νοέμβριο-η πόλη που σε κερδίζει από το πρώτο λεπτό.Απίστευτη γοητεία και εγώ να ψάχνω τα βήματα του Μπόρχες.



Η Νέα Ορλεάνη (πριν την καταστροφή)
Ο Μισσισιπής,οι ήχοι της μουσικής,η Bourbon street,τα παιδάκια που χορεύουν στον δρόμο,οι εκπληκτικές μπάντες,δεν θέλω να ξαναπάω φοβάμαι να δω τι έχει μείνει...



Η Αβάνα
Μία είναι η Αβάνα,παραπέμπω σε παλαιότερο ποστ (ξέρω,ξέρω είχα υποσχεθεί και την συνέχεια),η χαρά της ζωής,η Μαλεκόν-θα ξαναπάω αφού πεθάνει ο γέροντας-είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι θα γίνει ωραιότερη.


Η Ν.Υόρκη
Δεν ξέρω εάν είναι η ωραιότερη πόλη,αλλά σίγουρα είναι η πιό ενδιαφέρουσα.Ατελείωτες βόλτες,τόσα μέρη να δεις-δεν την χορταίνεις,και αυτή η αίσθηση του deja-vu από τις πολλές ταινίες που έχεις δεί.Τα εκπληκτικά μουσεία,τα υπέροχα ρεστωράν,η υστερία του Μανχάταν,εκπληκτικά αρχιτεκτονικά αριστουργήματα αλλά και η υπερβολή σε όλο της το μεγαλείο.


Η Αγία Πετρούπολη
Μένεις με ανοιχτό το στόμα από την ομορφιά αλλά και από την ασχήμια.Δίπλα-δίπλα το μεγαλείο και η ασχήμια.Η ακριβή μπουτίκ και απέξω η γριούλα να πουλάει τα τσιγάρα ένα-ένα.Το κέντρο της πόλης όμως από τα ωραιότερα που υπάρχουν,εξαίσιο πραγματικά.

Και αφήνω έξω,εξίσου υπέροχα μέρη που αγαπώ,όπως η Σκωτία,η αγαπημένη/μισητή Κωνσταντινούπολη,τα Μπαρμπάντος,ο Άγιος Δομήνικος,η Βαρκελώνη,η Χαϊδελμβέργη,η Ιταλία (όπου και να πάω σ’αυτή τη χώρα τρελλαίνομαι),η Πράγα,η Αντίμπ και η Νίκαια,η Σαντορίνη,η Κέρκυρα,τα Κύθηρα,η Χίος,η Φολέγανδρος,οι διαδρομές Ναύπακτος-Γαλαξείδι και Βάρκιζα-Σούνιο,η Μάνη,το Σάλτσμπουργκ,οι Δαλματικές ακτές.

Τα μέρη που θέλω να πάω τα προσεχή χρόνια?Ξανά Μπουένος Άυρες και Νέα Υόρκη,στην Carthagena de los Indios της Κολομβίας,στην Αυστραλία,στα Νορβηγικά φιόρδ,στην Ιαπωνία,στο Βερολίνο,στην Ισλανδία,στο Μπαλί.

Οι τόποι που με έχουν απογοητεύσει περισσότερο...Το Βελιγράδι,το Μόντε Κάρλο,η Αντίγκουα,η Λίμα,η Costa del Sol,εάν ερχόμουν ως ταξιδιώτης είμαι σίγουρος ότι θα με απογοήτευε και η Αθήνα,αλλά και αυτή είναι μιά άλλη κουβέντα...

Τώρα με τη σειρά μου θα ήθελα να "πετάξω το μπαλάκι" στον Αθήναιο,τον Ioeu και την Delirium tremens (μπας και στρωθεί να γράψει τίποτα).Θυμηθείτε ένα πράγμα μόνο,τα καλύτερα ταξίδια είναι αυτά που έρχονται,αυτά που έχουμε μπροστά μας .
 
Δευτέρα, Ιουλίου 09, 2007
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιουλίου 09, 2007 | Permalink
Three for the road
Τρία βιβλία που διαβάστηκαν την προηγούμενη εβδομάδα σε αεροπλάνα,στην παραλία,στο σπίτι.Εύκολα στην ανάγνωση ,με πολλή ουσία όμως παρ’ότι επιφανειακά φαίνονται απλά (αλλά όχι απλοϊκά).Κοινό τους σημείο,η πολυπλοκότητα και το αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων παρουσιασμένα με πολύ διαφορετικό τρόπο από συγγραφέα σε συγγραφέα.Από την σκληρότητα και την ωμότητα του Φέϊμπερ (αλλά με απίστευτα λυρικές σκηνές να παρεμβάλλονται ενδιάμεσα),στην τρυφερότητα του Γκρόνταλ,στην λεπτότητα και κομψότητα της γραφής (αλλά με πολύ δηλητηριώδη τρόπο) της Γουίλσον.Σε όποιον φαίνονται αδιάφορα όλα αυτά,παρακαλείται να σταματήσει την ανάγνωση εδώ,οι υπόλοιποι εάν προχωρήσουν,όλο και κάτι θα βρουν που τους ενδιαφέρει.

Στην πολύ καλή και ενδιαφέρουσα συλλογή διηγημάτων του «ΤΑ ΔΙΔΥΜΑ ΦΑΡΕΝΑΪΤ» (εκδ.Καστανιώτης,σελ.330) (80) ,ο εξαιρετικός Ολλανδός αλλά πολιτογραφημένος Σκωτσέζος πλέον,συγγραφέας Μισέλ Φέϊμπερ περιγράφει κυρίως το «εύθραυστο» των ανθρώπων.Ιστορίες παράξενες,λιτές αλλά και φρικιαστικές μέσα στην απλότητά τους.

Ο αναγνώστης περνάει από διάφορα στάδια διαβάζοντας αυτό το βιβλίο.Πολλές φορές απώθησης.Προσωπικά ένιωσα σοκ με την αρχή του διηγήματος «Η ασημαντότητα της πράξης». «Ένα πρωί Τετάρτης,σε μιά στιγμή απροσεξίας,η Χριστίνα έριξε τον μπέμπη της κάτω και τον έσπασε. Τον σήκωσε από το κρεβατάκι του να τον βάλει στην αλλαξιέρα και της γλίστρησε από τα χέρια.»,όπως επίσης με την αρχή του εξαιρετικού διηγήματος «Το καταφύγιο» , «Ξυπνώ,ανοιγοκλείνω τυφλωμένος τα μάτια βλέποντας τον ουρανό και το πρώτο που θυμάμαι είναι ότι η γυναίκα μου δεν μπορεί ποτέ να με συγχωρέσει. Ποτέ. Ύστερα θυμίζω στον εαυτό μου πως δεν έχω γυναίκα πιά.»

Γυναίκες φρικαρισμένες από τη μητρότητα,ζευγάρια σε αδιέξοδο,οικονομική και κοινωνική ανέχεια,μοναξιά,μελαγχολία διαπερνούν τις σελίδες αυτής της συλλογής που απαρτίζεται από μερικά διηγήματα διαμάντια . Ο Φέϊμπερ μακριά (αλλά όχι κατώτερος)των δύο του αριστουργημάτων «ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΡΜΑ» και «ΤΟ ΑΛΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΛΕΥΚΟ» βγάζει έναν άλλο συγγραφικό εαυτό εξίσου συγκλονιστικό και δημιουργικό .

Υπέροχη μέσα στην απλότητά της είναι και η τρυφερή νουβέλα τού Jens Christian Grondahl «ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ» «Εκδ.Πόλις,σελ.98» (80) –που τόσο άρεσε στο Alef .
Εξαιρετικός στυλίστας ο Grondahl που τον γνωρίσαμε στην Ελλάδα από το πολύ ενδιαφέρον «Ο ΗΧΟΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ» παρουσιάζει και σ’αυτό το μικρό βιβλιαράκι τα ίδια στοιχεία με το ανωτέρω μυθιστόρημα.Αφήγηση γεμάτη τρυφερότητα,οξυδέρκεια,ανθρωπιά με πολλές δόσεις μελαγχολίας.

Η ιστορία είναι απλή,το καλοκαίρι του 43,μιά δεκαεξάχρονη κοπελίτσα φιλοξενείται από ένα ζευγάρι που ελάχιστα γνωρίζει σε ένα μικρό νησί της Δανίας.Εκεί γνωρίζει τον μικρό γιό της οικογένειας έναν δεκατετράχρονο έφηβο με τον οποίο κάνει παρέα και ατελείωτες βόλτες με ποδήλατα .Ένας Εγγλέζος πιλότος του οποίου το αεροπλάνο καταρρίπτεται,κρύβεται σε μιά καλύβα στην παραλία.Η μικρή τον βρίσκει,τον φροντίζει,τον ερωτεύεται.Ένα ιδιότυπο ερωτικό τρίγωνο είναι στα σπάργανα όταν όλα βίαια τελειώνουν.Πολλά χρόνια μετά ένας ηλικιωμένος αναπολεί εκείνο το καλοκαίρι και βασανίζεται από το αναπάντητο ερώτημα του που τον κυνηγάει σε όλη του τη ζωή.Μήπως η νεανική του επιθυμία οδήγησε στην προδοσία?

Θυμίζει πολλά η νουβέλα αυτή,το υπέροχο «Καλοκαίρι με την Μόνικα» του Μπέργκμαν μου ήρθε στο νου όπως και η ατμόσφαιρα του αριστουργήματος «Ο κήπος των Φίτζι-Κοντίνι» (τι μυθιστόρημα!!!), δύσκολα αντιστέκεσαι στην τρυφερότητά της και την γλύκα που αποπνέει.

Παρατηρώντας το απρόσωπο εξώφυλλο,την άχρωμη έκδοση και το άγνωστο της συγγραφέως,τίποτα δεν σε προδιαθέτει να διαβάσεις το μυθιστόρημα της Laura Wilson «Ένας ασήμαντος θάνατος» (Εκδ.Αλεξάνδρεια,σελ.334) (84) . Εάν δεν το διαβάσεις όμως θα χάσεις...

Εξαιρετικό μυθιστόρημα μυστηρίου,φόνων με ατμόσφαιρα «Γκότσφορντ Παρκ» αυτό είναι το βιβλίο με το οποίο η Αγγλίδα συγγραφέας Λ.Γουίλσον πρωτοεμφανίστηκε στην λογοτεχνική σκηνή το 1999 .

Το μυθιστόρημα ξεκινάει περιγράφοντας ουσιαστικά την ιστορία που θα παρακολουθήσουμε στη συνέχεια.
«Όταν η λαίδη Λουίζα Κέλγουεϊ πέθανε την περασμένη εβδομάδα,μαζί της χάθηκε και η τελευταία ελπίδα να λυθεί το μυστήριο που καλύπτει δύο από τις πιό γνωστές δολοφονίες που διαπράχτηκαν στη Βρεττανία ετούτο τον αιώνα...Ήταν η πρώτη ξαδέλφη της Τζορτζίνας Γκρέσαμ-δίχως το όνομα της οποίας καμιά ιστορία εγκλήματος δεν θα ήταν πλήρης-και θα τη μνημονεύουν μόνο και μόνο γιά τη σχέση της αυτή με την αινιγματική εκείνη γυναίκα.Μιά ακουαρέλα ενός ξεχασμένου πιά ζωγράφου της Βασιλικής Ακαδημίας απεικονίζει τις δύο κοπέλες:δυο κλασικά προφίλ,με εκθαμβωτικό δέρμα και αλαβάστρινους ώμους αναδύονται μέσα από τούλινα σύννεφα.Στο πορτραίτο δεν υπάρχει τίποτα που να φανερώνει ότι η Τζορτζίνα Γκρέσαμ...δικάστηκε το 1928 γιά τη δολοφονία του συζύγου της,του εκατομμυριούχου Τζέιμς Γκρέσαμ και αθωώθηκε προκαλώντας τις αγανακτισμένες διαμαρτυρίες της κοινής γνώμης.Το 1955,το πτώμα της Τζορτζίνας ανακαλύφθηκε στο σπίτι της στο Λονδίνο,μαζί με τα πτώματα του αδελφού της,Έντι Λόμαξ,και της οικονόμου τους,Άντας Πέπερ.Και οι τρείς είχαν πεθάνει από τραύματα που είχαν προκληθεί από πυροβόλο όπλο και η αστυνομία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ένας από το τρίο είχε πυροβολήσει τους άλλους δύο,προτού αυτοκτονήσει.Ωστόσο παρά την παρατεταμένη έρευνα,δεν μαθεύτηκε ποτέ ποιός και γιατί το έκανε.»

Η συγγραφέας μέσα από τις διηγήσεις των τριών δολοφονημένων,οι οποίες διαδέχονται η μία την άλλη εναλλάξ,αρχίζει την ιστορία από τα παιδικά χρόνια της Τζορτζίνας και του Έντι στις αρχές του 20ου αιώνα,διαπερνάει τον πρώτο παγκόσμιο και τις επιδράσεις που είχε κυρίως πάνω στον ευαίσθητο Έντι,την άστατη και έξαλλη ζωή της Αγγλικής αριστοκρατίας την δεκαετία του 20,τα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν την δολοφονία του συζύγου της Τζορτζίνας,δεν στέκεται πολύ στη ζωή τους κατά την διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου γιά να φτάσει μέσα απο τις διαδοχικές αφηγήσεις των πρωταγωνιστών του δράματος στο όχι και τόσο απρόσμενο φινάλε.

Μυστικά και ψέμματα,ταραγμένες οικογενειακές σχέσεις,ζωές κατεστραμμένες,κρυψίνοια και καθωσπρεπισμός στην ατμόσφαιρα που περιγράφεται τόσο παραστατικά από την συγγραφέα.Ο χαρακτήρας της θεότρελλης Τζορτζίνας είναι καθαρά κινηματογραφικός και η σχέση των δύο αδερφών εκπληκτικά δοσμένη με υπέροχο συγγραφικό στυλ που μεταφέρει τόσο έντονα το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα σε σημείο να παρασέρνει τον αναγνώστη .Το κοινωνικό σχόλιο είναι ορατό χωρίς να γίνεται εμφανές μ’αυτή την ιδιαιτερότητα των Βρετανών συγγραφέων στο «understatement» που προσωπικά λατρεύω.Ένα βιβλίο που αξίζει να προσεχθεί και να διαβαστεί από τους λάτρεις του Αγγλικού στυλ μυθιστορήματος μυστηρίου αλλά και όχι μόνο από αυτούς.