Παρασκευή, Μαρτίου 30, 2007
posted by Librofilo at Παρασκευή, Μαρτίου 30, 2007 | Permalink
Κι'έτσι ξαφνικά...
Τόσο κοντά αλλά και ταυτόχρονα τόσο μακριά είναι τα δύο βιβλία που διάβασα τις τελευταίες ημέρες.Το ΣΑΒΒΑΤΟ του Ιαν Μακγιούαν (εκδ.ΝΕΦΕΛΗ) (60) και το ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ του Γιασμίνα Χάντρα (εκδ.ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ) (84).

Ο φόβος της τρομοκρατίας είναι κοινός και στα δύο μυθιστορήματα.Σ’αυτό του Μακγιούαν είναι λιγότερο έντονος,είναι ο φόβος του δυτικού ανθρώπου μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου,στο μυθιστόρημα του Χάντρα κυριαρχεί όχι μόνο ο φόβος αλλά και ο θάνατος,εκεί όπου,η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμμία αξία.

Και στα δύο βιβλία έχουμε έναν καθημερινό άνθρωπο που μέσα σε μερικά λεπτά αλλάζει η ζωή του.Γιά τον ήρωα του Μακγιούαν οι αλλαγές δεν καταλήγουν σε κάποιο δράμα,παρ’ότι όλα συνηγορούν προς τα εκεί.Όλα είναι πολύ πολιτισμένα,πολύ κομψά,το δε τέλος είναι μάλλον «ευτυχές» και ευοίωνο.Ο ήρωας του Χάντρα «τα βλέπει όλα» (κυριολεκτικά).Η ζωή του παίρνει μιά τούμπα 180 μοιρών,όλα είναι έντονα βιωμένα,μπρούτα και οι ρυθμοί χτυπάνε κόκκινο.Το τέλος δε είναι όπως και η αρχή-κολασμένο...

Στο ΣΑΒΒΑΤΟ παρακολουθούμε το 24ωρο ενός μεγαλοαστού γιατρού στο κεντρικό Λονδίνο . ο 48χρονος Χένρι Περόουν είναι,ένας ικανότατος, εξαιρετικά εργατικός και με ουμανιστική συνείδηση νευροχειρουργός.Ο Μακγιούαν θεωρεί ότι ένας τέτοιος άνθρωπος πρέπει να είναι και τελείως αδαής λογοτεχνικά,και έτσι περιγράφει τον ήρωά του,σαν κάποιον που δεν καταλαβαίνει καθόλου από ποίηση,λογοτεχνία. Είναι παντρεμένος πάνω από 20 χρόνια και παραμένει ερωτευμένος ακόμα με τη γυναίκα του (δικηγόρο), με την οποία έχουν δύο ενήλικα πλέον παιδιά, μια κόρη, η οποία είναι ποιήτρια και ολοκληρώνει τις φιλολογικές της σπουδές στο Παρίσι, και έναν μικρότερο γιο που παράτησε το σχολείο στα 16 του και ασχολείται με τη μουσική ευρισκόμενος στον δρόμο της σχεδόν σίγουρης επιτυχίας λόγω του μεγάλου ταλέντου που διαθέτει. Μένουν δε σε ένα υπέροχο ιδιόκτητο σπίτι που ανήκε στην οικογένεια της γυναικας του. Σ' αυτήν την αρμονικά τακτοποιημένη και ισορροπημένη οικογενειακή, επαγγελματική και οικονομική κατάσταση βρίσκεται ο Περόουν, ενώ προσμένει να περάσει ένα ανέμελο Σάββατο. Εχει προγραμματίσει να παίξει σκουός με έναν συνάδελφό του, να κάνει τα ψώνια του, να επισκεφθεί την άρρωστη μητέρα του, να παρακολουθήσει μια συναυλία του γιου του και να μαγειρέψει το βράδυ για την απασχολημένη όλη την ημέρα γυναίκα του και για την κόρη του που έρχεται από το Παρίσι, καθώς και για τον διάσημο ποιητή πεθερό του.

Από την αρχή κάτι πάει όμως στραβά στη μέρα του,ξυπνάει προτού ξημερώσει και βλέπει ένα αεροπλάνο να πιάνει φωτιά και να κάνει αναγκαστική προσγείωση στο Χήθροου.Πηγαίνοντας να παίξει σκουός,και προσπαθώντας να αποφύγει μιά μεγάλη διαδήλωση που αρχίζει στο Λονδίνο ψιλοτρακάρει με κάτι ρεμάλια και εμπλέκεται σε ένα χαζοκαυγά ο οποίος παραλίγο να του αλλάξει τη ζωή.Η συνέχεια μπορεί να τη φανταστεί κανείς (γνωρίζοντας το προγενέστερο έργο του συγγραφέα) δραματική,αλλά παρά τις αυξομειώσεις στην ένταση δεν θα εξελιχθεί κατ'αυτόν τον τρόπο.

Ο Μακγιούαν σ’αυτό του το βιβλίο παρουσιάζεται τελείως διαφορετικός από τα πρώτα του έργα τα οποία είχαν έντονη βία και μεγάλες αντιθέσεις.Εδώ ο ήρωας είναι ένας απίστευτα βαρετός τύπος ,τόσο αφοσιωμένος στη δουλειά του που μόνο εκεί (μέσα στο νοσοκομείο)νιώθεις ότι ζει πραγματικά.Η ζωή του είναι τόσο ειδυλλιακή,οι σχέσεις του τόσο αρμονικές.Το 24ωρο του Περόουν δεν έχει κανένα –μα κανένα ενδιαφέρον.Ο αναγνώστης παρακολουθεί τις εξαιρετικά μακροσκελείς περιγραφές των χειρουργείων του Περόουν (ο συγγραφέας θεωρεί κατόρθωμα-όπως και σχεδόν όλοι οι κριτικοί παγκοσμίως,την διετή έρευνα πάνω στις νευροχειρουργικές επεμβάσεις-εγώ πήδαγα σελίδες,sorry Ian),το ανιαρότατο σκουός με ένα συνάδελφό του και τις μελετημένες και προσεχτικές κινήσεις του απόλυτου μεγαλοαστού σύγχρονου Λονδρέζου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πολιτικές απόψεις που θίγονται μέσω συζητήσεων ή προβολής των σκέψεων του Περόουν,οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελούν το μανιφέστο του Συντηρητικού κόμματος της Μ.Βρετανίας.Οι συζητήσεις με την ψιλοεπαναστάτρια κόρη περί Σαντάμ και πολέμου στο Ιράκ είναι τόσο μπανάλ και πολιτικά ορθές (σύμφωνα με τα Δυτικά standards) που προσωπικά αναρωτιόμουν εάν ο συγγραφέας ειρωνεύεται ή τα γράφει στα σοβαρά τώρα αυτά.Όλα αυτά διανθισμένα με την μαγειρική αυθεντία του ήρωα (είπαμε είναι ο τέλειος σύζυγος),με όλους τους ήρωες να παρουσιάζουν την μεγαλύτερη δόση αυταρέσκειας που μπορεί να βρει κανείς στο σύγχρονο μυθιστόρημα και με τον ουμανισμό του ήρωα να υπερισχύει στο τέλος,εκεί που περιμένεις να ξυπνήσει επιτέλους το κτήνος μέσα του...

Απογοητεύτηκα...Το λιγότερο που μπορώ να πω...Διαβάζεται ευχάριστα,κυλάει ωραία διότι ο Μακγιούαν είναι μάστορας με Μ κεφαλαίο,αλλά είναι τόσο βαρετό-μα τόσο βαρετό που το στόμα μου παρά λίγο να πάθει αγκύλωση από τα βαθειά χασμουρητά.Αποθεώθηκε από Ελληνική και ξένη κριτική εκτός του συναδέλφου του Μακγιούαν,του πολύ καλού(αλλά και ψιλοστριμένου) J.Banville, ο οποίος σε μιά κριτική του στο Ν.Υ.Times το έκανε με τα κρεμμυδάκια(a dismayingly bad book).Κατά την άποψή μου μακράν το χειρότερο μυθιστόρημα που έγραψε ο μεγάλος αυτός συγγραφέας,αλλά μάλλον είμαι ο μόνος που το πιστεύει αυτό.

Μιά τελείως διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων βρίσκουμε στο εξαιρετικό ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ του περίεργου πρώην αξιωματικού του Αλγερινού στρατού που καλύπτεται κάτω από το ψευδώνυμο Γιασμίνα Χάντρα.Ο ήρωας και σ’αυτό το βιβλίο είναι γιατρός και μάλιστα πολύ καλός.Χειρουργεί σε ένα νοσοκομείο του Τελ Αβίβ,είναι Παλαιστίνιος με Ισραηλινή υπηκοότητα,δουλεύει σκληρά,η ζωή του έχει φερθεί καλά,αγαπάει τρελλά την γυναίκα του,ζει σε ένα ωραίο μεσοαστικό προάστειο σε ένα υπέροχο σπίτι.Μιά ακόμα τρομοκρατική επίθεση γίνεται σε ένα εστιατόριο του Τελ Αβίβ και τα περισσότερα θύματα είναι παιδιά.Το νοσοκομείο του υποδέχεται τους περισσότερους τραυματίες,σώζει ζωές,χειρουργεί,φροντίζει κόσμο.Γυρίζει κατάκοπος-πέφτει να κοιμηθεί και τον ξυπνάνε λέγοντάς του,τι?Ότι η αγαπημένη του σύζυγος ήταν η καμικάζι που ζωσμένη με εκρηκτικά ανατινάχθηκε στο εστιατόριο...

Η ζωή του καταρρέει,στην αρχή αρνείται να δεχτεί την φριχτή αλήθεια.
«Πιστεύουμε πως ξέρουμε.Κι’έτσι παύουμε να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή και παριστάνουμε πως όλα πηγαίνουν στην εντέλεια.Με τον καιρό τελικά σταματάμε να δίνουμε την πρέπουσα σημασία στα πράγματα.Δείχνουμε εμπιστοσύνη.Τι περισσότερο θα μπορούσαμε να ζητήσουμε?Η ζωή μας χαμογελά,το ίδιο και η τύχη.Αγαπάμε και μας αγαπούν.Έχουμε τις δυνατότητες να πραγματοποιήσουμε τα όνειρά μας.Όλα πάνε καλά,όλα πάνε κατ’ευχήν.Κι’έπειτα,χωρις καμμιά προειδοποίηση,ο ουρανός πέφτει και μας πλακώνει.Κι’οταν βρεθούμε πεσμένοι κάτω,τότε αντιλαμβανόμαστε ότι η ζωή,ολόκληρη η ζωή,με τις καλές και τις κακές της στιγμές,τις χαρές και τις λύπες της,με τις υποσχέσεις και με τις αποτυχίες της,κρέμεται μονάχα από μιά κλωστή τόσο λεπτή και αδιόρατη όσο και ο ιστός μιάς αράχνης.Ξαφνικά,ο παραμικρός θόρυβος μας τρομάζει και δεν θέλουμε πιά να πιστέψουμε σε τίποτα.Το μόνο που θέλουμε είναι να κλείσουμε τα μάτια και να πάψουμε να σκεφτόμαστε.»

Ο Αμίν προσπαθεί να καταλάβει,να κατανοήσει γιατί και πως...Το μυθιστόρημα είναι μιά κάθοδος στην κόλαση,στην «καρδιά του σκότους».Ο συγγραφέας αναλύει διεξοδικά και χωρίς παρωπίδες το φαινόμενο της τρομοκρατίας.Ο ήρωας του είναι στη μέση.Παλαιστίνιος θεωρούμενος από τους δικούς του πουλημένος στους Ισραηλινούς και από τους Ισραηλινούς ένας «ξένος»,ένας «εν δυνάμει τρομοκράτης».Τρώει ξύλο (κυριολεκτικά) και απο τις δύο πλευρές.Προσπαθεί να βρει τι ήταν εκείνο που μετέβαλλε την ήσυχη,αστή (και φαινομενικά ευτυχισμένη)σύζυγό του σε φανατική δολοφόνο.

Ο Χάντρα συνεχίζοντας την ανατομία του ισλαμισμού (αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο μιάς τριλογίας με το ίδιο θέμα,το πρώτο είναι το καταπληκτικό ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΜΠΟΥΛ και το τρίτο είναι προς έκδοση και διαδραματίζεται στο Ιράκ),μας περιγράφει με ψύχραιμο βλέμμα τις καταστάσεις που βιώνει ο ήρωας.Γιά τον συγγραφέα δεν υπάρχει μαύρο-άσπρο,όλοι σ’αυτήν την παράλογη κατάσταση είναι θύτες και θύματα,σε μιά ιστορία η οποία μοιάζει αδιέξοδη και χωρίς τέλος.

Όπως δηλώνει σε μιά συνέντευξή του:
"Μερικοί νομίζουν ότι η τρομοκρατία είναι δεύτερη φύση για τους Αραβες και τους μουσουλμάνους. Προσπαθώ να αγωνιστώ ενάντια και σ' αυτήν την ιδέα και σ' αυτήν που θέλει να παρουσιάσει τον τρομοκράτη ως παθολογική περίπτωση. Δεν είναι παθολογικές περιπτώσεις οι τρομοκράτες. Είναι απλώς άνθρωποι που ξαφνικά ανακαλύπτουν ότι δεν έχουν πια όνειρα. Χωρίζουν και μ' αυτά και με τον κόσμο. Βρίσκονται στην πιο σκοτεινή νύχτα και θέλουν να τελειώνουν. Κι έτσι, αυτοκτονούν, παίρνοντας αθώες ψυχές μαζί τους. Μια επίθεση αυτοκτονίας είναι το τέρμα μιας μακράς διαδικασίας. Μπορείς να φτάσεις σ' αυτήν από διαφορετικά μονοπάτια: για να εκδικηθείς μια προσβολή, να διεκδικήσεις ένα δικαίωμα, να φωνάξεις την απελπισία σου. Ηθελα να δείξω τις διαφορετικές πλευρές που ορίζουν αυτήν την πτώση και να αποφύγω να περιορίσω την οργή σε ένα και μόνο καλούπι. Οταν γράφω, δεν είναι για να προειδοποιήσω. Είναι γιατί γνωρίζω. Αντίθετα απ' όσους επικαλούνται ανέξοδα την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά, εγώ πολέμησα τους τρομοκράτες. Δεν καταδίκασα την τρομοκρατία από το σαλόνι μου, την πολέμησα επί οκτώ χρόνια. Και μπορώ να πω ότι την κατανόησα".

Υπέροχο βιβλίο,τόσο σκληρό και τόσο αληθινό.Ο Χάντρα είναι πολύ μεγάλος συγγραφέας,όλα τα βιβλία του που κυκλοφορούν στα Ελληνικά είναι εξαιρετικά.Η ψύχραιμη και καίρια ματιά του στα φαινόμενα του ισλαμισμού και του ισλαμικού φονταμενταλισμού,μας φέρνουν πιό κοντά στην κατανόηση της παράνοιας που υπάρχει γύρω μας.Εάν στα ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΜΠΟΥΛ ο δημιουργός αυτός, φαινόταν περισσότερο καταγγελτικός (λογικό γιατί εκεί ο παραλογισμός είναι σαφής),στο ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ αναλύει και τις δύο πλευρές με σοφία και σύνεση.Μέσα από τα μάτια τού αφελούς καλωσυνάτου γιατρού που το μόνο που ζητούσε από τη ζωή του,ήταν αγάπη και γαλήνη παρακολουθούμε την καθημερινή βία,την αλλοφροσύνη,την δύναμη των οικογενειακών παραδόσεων και πως αυτές συνθλίβονται μέσα στο χάος που δημιουργείται από τους εκατέρωθεν φανατικούς,την προκατάληψη και τον ξεφτιλισμό του ανθρώπου.
 
Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007
posted by Librofilo at Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007 | Permalink
Η μαγεία του μυθιστορήματος
«Η ιστορία της λογοτεχνίας,αντίθετα από την ιστορία εν γένει,θα έπρεπε να περιλαμβάνει μόνο νίκες,γιατί στη λογοτεχνία οι ήττες δεν είναι νίκη γιά κανέναν»

«Αν κάποια μέρα μείνει κάτι απ’την Ευρώπη δεν θά’ναι η επαναλαμβανόμενη ιστορία της,που από μόνη της δεν αντιπροσωπεύει καμία αξία.Το μόνο που ενδέχεται να μείνει είναι η ιστορία των τεχνών της.»

Το δοκίμιο σε εφτά μέρη του Μίλαν Κούντερα «Ο ΠΕΠΛΟΣ» (Εκδ.Εστία),που είναι γεμάτο από τέτοιες υπέροχες φράσεις,είναι ένα ταξίδι στην ιστορία του μυθιστορήματος μέσα από τα μάτια και τις ιδέες του μεγάλου Τσέχου μυθιστοριογράφου.

Ο Κούντερα έχει την απαράμιλλη ικανότητα,τα μυθιστορήματά του να λειτουργούν και σαν δοκίμια και τα δοκίμιά του να λειτουργούν και σαν μυθιστορήματα.Με ιδιαίτερα κατανοητή και απλή γλώσσα,ο συγγραφέας μιλάει γιά την πορεία τού μυθιστορήματος από τον ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗ του Θερβάντες,μέχρι τις μέρες μας και του ΣΑΤΑΝΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ του Ρούσντι.

Η θέση του είναι σαφής.Το μυθιστόρημα υπάρχει (και θα υπάρχει) γιά να μας αποκαλύψει το νόημα της ύπαρξής μας,της υπόστασής μας.Πίσω από το πέπλο (την κουρτίνα) των παραδοσιακών εννοιών και ερμηνειών,έχουμε ανάγκη το μυθιστόρημα γιά να ανακαλύπτουμε τις άγνωστες έννοιες της ύπαρξής μας.Ο μυθιστοριογράφος από την εποχή του Λώρενς Στερν και μετά, είναι αυτός που θα φτάσει στην «καρδιά των πραγμάτων»,όπως έγραψε ο Φλωμπέρ στην Γ.Σάνδη.

Στο βιβλίο τονίζεται η οικουμενικότητα του μυθιστορήματος ως μορφή τέχνης. «Στον κόσμο των μυθιστορημάτων δεν υπάρχουν σύνορα κρατών,οι μεγάλοι μυθιστοριογράφοι που επικαλούνταν τον Ραμπελαί τον είχαν διαβάσει σχεδόν όλοι από μετάφραση».Ο Κούντερα στέκεται ιδιαίτερα στον επαρχιωτισμό που διέπει την κουλτούρα είτε των «μεγάλων» εθνών,που αυτάρεσκα ενδιαφέρονται μόνο γιά τα έργα που είναι γραμμένα στην γλώσσα τους,είτε τον επαρχιωτισμό των «μικρών» εθνών όπως είναι η Τσεχία (αλλά και η Ελλάδα) που είναι επιφυλακτικά απέναντι στο «μεγάλο πλαίσιο»,βλέποντας την παγκόσμια λογοτεχνία σαν κάτι απρόσιτο που δεν έχει σχέση με την εθνική λογοτεχνία τους και όποιος τολμήσει να υπερβεί τα σύνορα της πατρίδας του,θεωρείται ξιπασμένος και ότι περιφρονεί τους δικούς του.

Ο Κούντερα μέσα από το «ταξίδι» του,συνδέει μέσα από τα υπόγεια ρεύματα της λογοτεχνίας,τον Δον Κιχώτη με την Μαντάμ Μποβαρύ,τον Φήλντιγκ του εξαίσιου «Τομ Τζόουνς» με τον Κάφκα και τον Μάρκες.Με εξαιρετικό στυλ και χιούμορ παραθέτει μικροιστορίες (καταπληκτική η περιγραφή της σκηνής όπου οι σουρεαλιστές Μπρετόν,Αραγκόν,Ελυάρ βρίζουν σκαιότατα την σωρό τού Ανατόλ Φρανς),λεπτομέρειες από έργα μεγάλων συγγραφέων (το ρολόϊ στον Ντοστογιέφσι,η λιτότητα της περιγραφής του ιστορικού πλαισίου στον Όε,η γραφειοκρατία πως αναπαρίσταται από τον Κάφκα,τον Μπροχ μέχρι τις μέρες μας),την διαφορά μεταξύ κιτς και χυδαιότητας (εξαιρετικό το παράδειγμα με το πως έβλεπαν τον Καμύ οι Γάλλοι συνάδελφοι του),την διαφορά στο χιούμορ μεταξύ των διαφορετικών λαών.

Αυτό όμως που μένει πάνω απ’όλα διαβάζοντας αυτό το διεισδυτικό και καίριο βιβλίο είναι η σχετικότητα της αντίληψης του μυθιστορήματος.Από τις διαφορετικές ερμηνείες που μπορούν να δοθούν σε πολύ απλά πράγματα,όπως η λεκάνη του ξυρίσματος που φοράει στο κεφάλι του σαν κράνος ο Δον Κιχώτης και πλέον λογίζεται ως τέτοιο στη συνείδηση (έστω και με κωμικό τρόπο)του αναγνώστη,έως το πως αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι τα σημαντικά μυθιστορήματα ανάλογα με την εποχή ή την χώρα που ζουν,ή τον χρόνο γιά διάβασμα που διαθέτουν.

Μιλάω μέναν φίλο, έναν Γάλλο συγγραφέα,επιμένω να διαβάσει Γκόμπροβιτς.Όταν τον συναντάω αργότερα,είναι αμήχανος. «Σας άκουσα,αλλά ειλικρινά δεν κατάλαβα τον ενθουσιασμό σας.». «Τι διαβάσατε?» «Τους Μαγεμένους!»
«Διάολε!Γιατί τους Μαγεμένους?»
Οι Μαγεμένοι εμφανίστηκαν σε βιβλίο μόνο μετά τον θάνατο του Γκόμπροβιτς.Είναι ένα απλό μυθιστόρημα που το είχε δημοσιεύσει νέος ακόμα,σε συνέχειες,με ψευδώνυμο,σε μιά εφημερίδα της προπολεμικής Πολωνίας.Δεν το εξέδωσε ποτέ σε βιβλίο,δεν είχε την πρόθεση να το εκδώσει...
Λέω: «Πρέπει να διαβάσετε το Φερντυντούρκε!Ή την Πορνογραφία!»
Με κοιτάζει μελαγχολικά. «Φίλε μου,η ζωή μπροστά μου λιγοστεύει.Η δόση του χρόνου που εξοικονόμησα γιά τον συγγραφέα σας εξαντλήθηκε
 
Τρίτη, Μαρτίου 20, 2007
posted by Librofilo at Τρίτη, Μαρτίου 20, 2007 | Permalink
Μας παρέσυρε το κύμα...
Πολύ απογοητεύθηκα με το βιβλίο της συμπαθέστατης Ιωάννας Καρυστιάνη «ΣΟΥΕΛ» (εκδ.Καστανιώτη) (55).Βρήκα το εγχείρημα της φλύαρο,αδιέξοδο και ανερμάτιστο.Η ιστορία του γέρου ναυτικού που ταξιδεύει δώδεκα χρόνια ασταμάτητα χωρίς να δει την οικογένειά του ενώ, σε πρώτη εντύπωση φαίνεται ελκυστική,καθώς προχωράει μπουρδουκλώνεται,αγκομαχάει και τελικά βγάζει τον αναγνώστη νοκ-άουτ με τον αργό ρυθμό της και την εξωφρενική τροπή που παίρνει η ιστορία.

Το βιβλίο ξεκινάει με τις καλύτερες προδιαγραφές.Θαλασσινή ιστορία (αβανταδόρικο θέμα που πάντα συγκινεί-εξάλλου σε όλους αρέσει ο Καββαδίας και ό Κόνραντ),η Καρυστιάνη ξέρει να γραφει πολύ καλά,η αρχική ιδέα είναι μιά χαρά.Το πρόβλημα όμως αρχίζει από τη στιγμή που αυτή ακριβώς η έμπνευση ξεφουσκώνει και αποδεικνύεται ανίκανη να κρατήσει το ενδιαφέρον μας,σε ολόκληρο μυθιστόρημα.Η συγγραφέας μάς ξαναέδωσε τέτοια δείγματα «αποσυντονισμού» και στις ΝΥΦΕΣ,όπου και πάλι είχαμε μιά καταπληκτική ιδέα αλλά στον δρόμο βρεθήκαμε προ μιάς αδιέξοδης και πολύ αργής πλοκής.

Ο καπετάνιος και κεντρικός ήρωας του βιβλίου,Μήτσος Αυγουστής ταξιδεύει σχεδόν αδιάκοπα επί 58 χρόνια.Στα 75 του αρνείται να εγκαταλείψει το καράβι του,έχει παραιτηθεί από τα πάντα,την οικογένειά του που έχει να την δει δώδεκα χρόνια –το γιό του,έχει να τον δεί από τότε που ήταν δέκα χρονών.Τα μόνα που τον κρατάνε ζωντανό είναι το καράβι του και η θάλασσα.Τυφλός εδώ και μερικά χρόνια,κουμαντάρει πλήρωμα και καράβι με μοναδική ικανότητα και κανείς δεν τον έχει πάρει χαμπάρι !!!!
Παράλληλα διαβάζουμε,την ιστορία του μοναδικού έρωτα τού Αυγουστή,την εξομολόγηση μιάς εξηντάρας πλέον, λαϊκής γυναίκας,της Λίτσας,η οποία σαν άλλη Πηνελόπη,ζεί με το όραμα της επιστροφής του καπετάνιου.

Καταλυτικό σημείο στην ιστορία θα παίξει η ανάμιξη του γιού ,ο οποίος ενώ μέχρι την μέση του μυθιστορήματος είναι ουσιαστικά αόρατος,στο δεύτερο μισό γίνεται πρωταγωνιστής του.
Η ιστορία γίνεται απίστευτη σε σημείο κωμικοτραγικό στις τελευταίες εκατό σελίδες,όταν ο τυφλός υπέργηρος καπετάνιος οδηγεί με την όπισθεν γιά πολλά ναυτικά μίλια μέσα στον ωκεανό το καράβι ώσπου να το οδηγήσει με ασφάλεια σε κάποιο λιμάνι.Το τέλος δε του μυθιστορήματος (happy-end όπως στα περισσότερα βιβλία της συγγραφέως) έρχεται να «δέσει το γλυκό» αφήνοντας με να αναρωτιέμαι γιά το μέγεθος του μαζοχισμού μου.

Οι αρετές της Καρυστιάνη είναι δεδομένες.Στρωτό γράψιμο,ωραία γλώσσα,μελέτη του υλικού (σωστά προσπερνάει το θέμα των ξένων πληρωμάτων στα Ελληνικά πλοία).Θίγει ικανοποιητικά το πρόβλημα του ναυτικού με την μοναξιά που κυριαρχεί στη ζωή του και ο οποίος,ανυπομονεί να πιάσει λιμάνι ή να φτάσει σπίτι του,και μόλις φτάνει δεν βλέπει την ώρα να ξαναφύγει.Είναι όμως πασιφανές ότι η συγγραφέας είναι πλέον σε δημιουργικό αδιέξοδο,μήπως λοιπόν, έφτασε η στιγμή να ξαναγυρίσει στο διήγημα?


Προβληματικό είναι και το μυθιστόρημα της Χέλγκα Χέγκεβις «ΜΑΚΙΓΙΕΖ ΠΤΩΜΑΤΩΝ» (Εκδ.Εμπειρία) (60).Εδώ το πρόβλημα έγκειται κυρίως στο «άπλωμα» του βιβλίου .

Η νουβέλα αυτή καλύπτει δύο αιώνες ιστορίας μέσα από την διαδρομή τεσσάρων γυναικών που έχουν το «χάρισμα» της φροντίδας των νεκρών.Με τη δράση τοποθετημένη κυρίως στο ανατολικό κομμάτι της Γερμανίας,καλύπτει τα χρόνια από το 1851 έως το 1990,έχοντας σαν υπόβαθρο αρχικά την φτωχή φεουδαρχική επαρχία η οποία σιγά-σιγά εκβιομηχανίζεται.Από το βιβλίο περνάνε οι διωγμοί των Εβραίων,οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι,η άνοδος και η πτώση βιομηχάνων,η ναζιστική Γερμανία,ο κόσμος των σανατορίων και καταλήγουμε στην πτώση του Τείχους.

Η ιστορική καταγραφή είναι μάλλον βαρετή και προχειρογραμμένη διότι η συγγραφέας θέλει να επικεντρώσει στις προσωπικότητες αυτών των τεσσάρων γυναικών και στις μπερδεμένες σχέσεις τους,είτε ερωτικές είναι αυτές,είτε προσωπικές.

Οι γυναίκες (πρωταγωνίστριες)τής Χέγκεβις είναι ζωντανές,εκρηκτικές,δυναμικές με τα προτερήματα και τα ελαττώματα τους,σε αντίθεση με τους άντρες του βιβλίου που είναι όλοι αδύναμοι,αδιάφοροι,φιγούρες χλωμές και χωρίς νεύρο. Είναι ενδεικτική η ιστορία του Αντον και της Χίλντα , οι οποίοι είναι γονείς μιάς από τις πρωταγωνίστριες.Ο βιομήχανος Αντον παντρεύεται την Εβραία Χίλντα και προς έκπληξη όλων ασπάζεται την Εβραϊκή θρησκεία,την οποία κρατάει καθ'όλη τη διάρκεια της ζωής του και καταστρέφεται λόγω αυτής του της επιλογής.Ενώ λοιπόν η συγγραφέας έχει ένα έξοχο εύρημα , το οποίο θα μπορούσε να απογειώσει το μυθιστόρημα,το αφήνει να χαθεί,μην επιμένοντας στην προσωπικότητα του (αλλού γι'αλλού)Άντον,αφήνοντάς μας με την απορία.

Το βιβλίο αν και ξεκινάει πολύ καλά,συνεχίζεται μάλλον αδιάφορα,με εμφανές πρόβλημα ρυθμού και οικονομίας.Κάπου πάει να το γυρίσει σε «μαγικό ρεαλισμό»,αλλά τα «μεταξωτά βρακιά...».Περισσότερο λειτουργεί το φιλοσοφικό υπόβαθρο γιά τη σχέση θανάτου - ζωής και οι ψυχαναλυτικές περιγραφές των ηρωίδων οι οποίες,όπως προείπα είναι καλά δουλεμένες.
Εν κατακλείδι ένα βιβλίο που μάλλον θα διχάσει τον αναγνώστη του,άλλος μπορεί να το αγαπήσει,άλλος μπορεί να βαρεθεί-δεν περνάει αδιάφορο,αλλά κάτι μου λέει ότι του χρόνου δεν θα το θυμάμαι καθόλου.
 
Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007
posted by Librofilo at Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007 | Permalink
Οι ταινίες της Aura voluptas
Η αγαπητή Aura voluptas έστειλε επιτέλους τις κινηματογραφικές της επιλογές,οι οποίες είναι πολύ ενδιαφέρουσες , ρομαντικότατες,και ιδιαίτερα αντιφατικές.Δεν έχω την παραμικρή ένσταση και με μεγάλη μου χαρά τις παραθέτω.



" And ... action ! "

Λατρεύω τον κινηματογράφο ( Σωωώπα ! Αν δεν μας το έλεγες ούτε που θα το παίρναμε είδηση ! )

Μια αγαπημένη ταινία για μένα δεν είναι απαραίτητο να έχει καταχωρηθεί στα κινηματογραφικά κατάστιχα ως αριστούργημα . Είναι εκείνη που στο τέλος της αισθάνθηκα εντυπωσιασμένη , μαγεμένη , ενθουσιασμένη , πλήρης , που τη σκεφτόμουν για ώρες μετά . Εκείνη που μετά από καιρό τη νοσταλγώ , που δε τη βαριέμαι όσες φορές κι αν τη δω . Εκείνη που στην ερώτηση " Ποια είναι η αγαπημένη σου ταινία ? " , έρχεται πρώτη στο νου μου .

Ε , εμένα μου ήρθαν καμιά 30αριά και βάλε ( ντόϊνγκ ! ) . Και έτσι με πόνο ψυχής άρχισα να διαγράφω τίτλους για να καταλήξω στους παρακάτω .

Δε μου αρέσει καθόλου , μα καθόλου , να επαναλαμβάνομαι . Το βαριέμαι αφόρητα . Αναγκαστικά όμως αυτή τη φορά θα αναφερθώ σε ταινίες που είδα και σε άλλους και αυτό είναι βεβαίως προς τιμή της ταινίας . Θα παραλείψω μόνο τη μεγαλειώδη " Αποκάλυψη τώρα " ( πονηρή και πλεονέκτρια γυναίκα , για να βάλεις κι άλλες ε ? ) η οποία είναι και στις λίστες του ευγενέστατου και γλυκύτατου Librofilo ( αυτό ήταν για τη πρόσκληση και την κατάχρηση του χώρου σας ! ) και γιατί μετά από ΑYTON το μονόλογο , εγώ αποσύρομαι με ελαφρά πηδηματάκια ...

Τις φωτό τις επέλεξε η αφεντιά μου ( μη βάζω και τον άνθρωπο τον πολυάσχολο , να ψάχνει , να του μείνει και χρόνος για να διαβάσει και κανένα βιβλίο , σωστά ? ) . Στα decks o dj L. ( του επέτρεψα τουλάχιστον τη μουσική επένδυση γιατί είμαι σίγουρη ότι θα διάλεγα την ίδια ! ) .


Rebecca ( 1940 ) - Alfred Hitchcock

" Last night I dreamt I went to Manderley again ... "

Τα καταφέρνεις τελικά , με χίλιους κόπους και βάσανα , να γίνεις χαλίφισα στη θέση της νεκρής χαλίφισας για να σου γίνει βδέλλα μια ημίτρελλη που σου φωνάζει " Πέσε ! Πέσε ! " . Παλιοζωή και παλιοκοινωνία ...
Τρελλαίνομαι για Hitchcock . Για όλες σχεδόν τις ταινίες του . Η "Ρεβέκκα" δεν θεωρείται η κορυφαία του από τους ειδήμονες . Ήταν όμως μια καλή πρόγευση για ό,τι θα ακολουθούσε . Είδα την ταινία αφού είχα διαβάσει το βιβλίο και τη λάτρεψα . Με μια εύθραστη και ταυτόχρονα δυναμική Joan Fontaine και έναν Laurence Olivier που θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο και στον ύπνο του ( piece of cake ... ) .

The big sleep (1946) - Howard Hawks

" So you do get up , I was beginning to think you worked in bed , like Marcel Proust ."
" Who's he ? "
" You wouldn't know him , a French writer . "
" Come into my boudoir ..."

Ο ντετέκτιβ Μάρλοου βρήκε το μάστορα του ...
Η χημεία ανάμεσα σε Βοgart και Bacall εκρηκτική , η πλοκή σε κάνει να θέλεις να ουρλιάξεις από χαρά , οι ατάκες πέφτουν βροχή και δεν ξέρεις που να κρυφτείς από τη ζήλια σου και το κακό σου ( ποτέ δεν θα τις πεις ΕΤΣΙ ! ) . Αχ ! Το παλιό , καλό σινεμά ...

Breakfast at Tiffany's (1961) - Blake Edwards

"He's all right! Aren't you, cat? Poor cat! Poor slob! Poor slob without a name! The way I see it I haven't got the right to give him one. We don't belong to each other. We just took up one day by the river. I don't want to own anything until I find a place where me and things go together. I'm not sure where that is but I know what it is like. It's like Tiffany's."

Εγώ ? Μόνο πρωινό 18 καρατίων παρακαλώ !
Δε βρίσκω λέξεις . Για την Audrey , για τον Capote , για τη μουσική , για τους διαλόγους σε βαθμό σουρρεαλισμού . Υπεραγαπημένη ταινία . Είναι δύσκολο το να μαθαίνεις να αγαπάς . Kάποια στιγμή όμως τα καταφέρνεις . Και γιατί είναι αδύνατον να μην "ερωτευτείς" τη Holly !


Last tango in Paris (1972) - Bernardo Bertolucci

" It's me again ." " It's over ." " That's right. It's over and then it begins again ." "What begins again ? I don't understand anything, anymore ." " There's nothing to understand . We left the apartment and now we begin and love all the rest of it ." " The rest of it ? " " Yeah ,listen ! I'm 45. I'm a widower. I own a little hotel. It's kind of a dump, but not completely a flop house. Then I used to live on my luck and I got married and my wife killed herself. "

Μόνο σεξ , όχι φίλοι ! Την είδα για πρώτη φορά στα 19 μου στην πρώτη μετάδοση της από την ελληνική τηλεόραση . Είχε γίνει χαμός τότε με το γεγονός . Ήμουν και "κάπως" εκείνη την εποχή και απλά με σημάδεψε .
Δεν είναι για το βούτυρο . Είναι για τη μοναξιά , για την απόρριψη , για το πένθος , για το θρήνο του Brando πάνω από το φέρετρο της συζύγου , για το κυνηγητό στους δρόμους του Παρισιού , για τη σκηνή με τους βρυχηθμούς , για , για ... Για τον ίδιο τον Brando .


A room with a view (1985) - James Ivory

Lucy : " I have to go. They trust me. " Mr. Emerson : " Why should they, when you deceived everyone, including yourself?"


Αμάν βρε κοπελιά ! Αποφάσισε τι θέλεις επιτέλους κι έχουμε και δουλειές !
Η χαρά μου ήταν μεγάλη όταν είδα την αναφορά του Librofilo , αλλά και άλλων bloggers σε αυτή τη χάρμα οφθαλμών ταινία ! Η Helena B. Carter πλασμένη για το ρόλο της Lucy Honeychurch (μα τι γλυκό ονοματεπώνυμο ! ), ο Daniel Day Lewis αγνώριστος και υποδειγματικός στο ρόλο του και η Maggie Smith ... είναι η Maggie Smith , τί να πεις ? "O mio bambino caro" ακούς σε μια από τις πιο ποιητικές σκηνές του φιλμ ( και ένα από τα ωραιότερα κινηματογραφικά φιλιά , συμπληρώνω ) και λες πάει , ξέφυγα . Για τη φωτογραφία και τα locations , οι λέξεις περιττές . Την είδα στα 13 μου σε βίντεο . Όλο το βράδυ τη σκεφτόμουν . Και πάντα όταν την ξαναβλέπω νιώθω την ίδια ψυχική ευφορία ...


Damage (1992) - Louis Malle

Damage Damaged people are dangerous . They know they can survive .

Πού τέτοιες χαρές στα σπίτια μας ...
Α! Όλα κι όλα . Έχω τεράστια αδυναμία στον Jeremy ( ελπίζω κι εκείνος σε μένα ... ) και η ειδικότης του είναι το τρελλό , το παθιασμένο και το ψιλοδιεστραμμένο . Και στην ταινία αυτή με την Binoche κύλησε ο τέντζερης ... κλπ . Προς το τέλος βέβαια η Miranda Richardson τους κλέβει την παράσταση με 1-2 εκπληκτικές σκηνές . Συμπάσχεις με όλους , σε όλους δίνεις δίκιο , στενοχωριέσαι για το παλικάρι που φουντάρει ... όμως δεν είναι φοβερό να φεύγει ο άλλος από τας Βρυξέλλας , για να πάει εις Παρισίους ( ή το ανάποδο , δεν καλοθυμάμαι ) για λίγες ώρες , μόνο για σένα , για να σε στριμώξει στην είσοδο ενός κτιρίου , γιατί σε θέλει ΤΩΡΑ ? Εύχομαι σε όλες μας , να μας τύχει ( μόνο να μην κατεβάσει κανένας τα σκουπίδια εκείνη την ώρα ) !

Πέρα από τα αστεία , η ταινία είναι ερωτική , ειναι παθιασμένη , είναι απελπισμένη , είναι πολυαγαπημένη .


Elizabeth (1998) - Shekhar Kapur

"Observe , Lord Burghley ! I am married ... to England ."

Η μεταλλαγμένη βασίλισσα .
Ταινία με την οποία κάθε φορά που την ξαναβλέπω , κολλάω . Γιατί με γοήτευσε και με προβλημάτισε η προσωπικότητα αυτής της γυναίκας . Γιατί η Blanchett είναι ηθοποιάρα και αποδίδει την πορεία της ηρωίδας προς τη μεταμόρφωση εκπληκτικά . Γιατί ο Rush είναι φοβερός . Τα κοστούμια , η εποχή , οι μηχανορραφίες ... Ε , μαθαίνεις και λίγη ιστορία , μη σε πουν και άσχετο !



Ευχαριστώ που με αντέξατε . Και πάλι ένα μεγάλο ευχαριστώ στον αγαπητό Librofilo για την πρόσκληση . Άφησα απ'έξω πολλές ταινίες . Όσο μεγαλώνω τόσο προσθέτω κι άλλες , λογικό . Η κάθε ταινία πρέπει να περάσει τη δοκιμασία του χρόνου και σίγουρα σε λίγα χρόνια θα μιλάω και για τις Old boy - 21 grams - Mystic river - Babel και τόσες άλλες που δε γράφω γιατί θα καταντήσω αηδία . Οι κωμωδίες είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία . Κράτησα για μένα τα παλιά musicals των 30's - 40's - 50's , με τα οποία μεγάλωσα , τα έχω δει σχεδόν όλα και τα οποία θεωρώ ειδική κατηγορία και υπόθεση πολύ προσωπική .

Ok people , that's a wrap !
 
Τρίτη, Μαρτίου 13, 2007
posted by Librofilo at Τρίτη, Μαρτίου 13, 2007 | Permalink
Ένα μυθιστόρημα από "down under"
Ενα τελείως ασυνήθιστο βιβλίο (αλλά και εκπληκτικό),είναι το ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΙΧΘΥΩΝ του Richard Flanagan (εκδ.ΑΓΡΑ) (86).Τασμανός ο συγγραφέας ,αφηγείται μιά περίεργη ιστορία με έναν πολύ πρωτότυπο τρόπο.

Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή.Τι είναι αυτό το βιβλίο...

Το ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΙΧΘΥΩΝ είναι ένα μυθιστόρημα που χτίζει ο συγγραφέας πάνω στο βιβλίο «Book of fish»,που έγραψε ο καταδικασμένος σε πολυετή κάθειρξη στην Τασμανία William Buelow Gould.Ο Gould εκτίοντας την ποινή του στη νήσο Sarah, έφτιαξε ένα βιβλιαράκι με πίνακες 26 διαφορετικών ψαριών,το οποίο (αντίθετα με τον συγγραφέα του) «απέδρασε» από την φυλακή του και τώρα εκτίθεται σε κάποιο μουσείο της Τασμανίας.

Τι έκανε λοιπόν ο Φλάναγκαν?Παίρνει ως βάση τα αντικειμενικά στοιχεία που βρίσκει ότι δηλαδή ο Gould καταδικάστηκε σε 49 χρόνια φυλάκιση στην φοβερή και τρομερή φυλακή της νήσου Sarah και του δίνει φωνή.Φτιάχνει ένα μυθιστόρημα όπου χωρίζοντάς το σε 12 κεφάλαια τα οποία αντιστοιχούν σε διαφορετικά ψάρια με τις αντίστοιχες ζωγραφιές τους (είναι τα αυθεντικά σκίτσα του Gould), μας περιγράφει την προσπάθεια επιβίωσης τού κατεργάρη,απατεώνα καλλιτέχνη σε απερίγραπτες συνθήκες διαβίωσης.Ο Gould αφηγείται την ιστορία του με αφέλεια και κουτοπονηριά,όπου οι σκηνές έντονης φρίκης εναλλάσονται με σκηνές κωμικές.

«...Νομίζετε ότι δεν είπα ποτέ μου ψέμματα αν ήταν να γλυτώσω τον πισινό μου από λίγο μαστίγωμα?Ότι δεν έκλεψα ποτέ σύντροφό μου?Έχω αδυναμία στο τζιν,στις γριές,στο λευκό ρούμι,στις νιές,στη μαύρη μπίρα,στο πίσκο,στην ανθρώπινη συντροφιά & στο λάβδανο του διοικητή.Φοβάμαι πολύ τον πόνο.Η ντροπή δεν με αγγίζει.Θαρρείτε πως δεν κάρφωσα ποτέ σύντροφό μου?Υπήρξα&φίλος&φελλός,τους συμπαθούσα &έκλαιγα γιά λογαριασμό τους όταν με βάση τις ψεύτικες πληροφορίες μου τούς έπαιρναν γιά να τους μαστιγώσουν.Επέζησα.Κακό&σφάλμα από μέρους μου&σε τι διέφερα από την γάτα με τις εννιά ουρές που τούς ξέσκιζε τις ράχες,όταν πουλούσα ψυχές γιά λίγα ψίχουλα ή λίγη μπογιά?Πρόδωσα όλους όσους δεν είχα ανάγκη.Ένα βρωμερό κουράδι κλεισμένο σε κελί,να τι ήμουνα.Οσμιζόμουνα την ανάσα των συντρόφων μου.Είχα στο στόμα μου την ξινίλα της σάπιας τους ζωής.Ήμουνα η βρωμερή κατσαρίδα.Η σιχαμερή ψείρα,μόνιμη πηγή φαγούρας.Ήμουνα η Αυστραλία.Πέθαινα πριν γεννηθώ.Ένας αρουραίος ήμουνα που τρώει τα μικρά του.Η Μαρία Μαγδαληνή.Ο Χριστός.Ένας αμαρτωλός.Ένας άγιος.Ήμουνα σάρκα & ορμή της σάρκας & σμίξιμο της σάρκας & ο θάνατος & ο έρωτας ήταν εξίσου αποκρουστικοί & εξίσου όμορφοι στα μάτια μου.Βαστούσα στην αγκαλιά μου τα τσακισμένα τους κορμιά στο χαροπάλεμά τους.Φιλούσα τα σπυριά τους που πυορροούσαν.Έπλενα τα κοκαλιάρικα ποδάρια τους,γεμάτα έλκη,κρατήρες όπου σάπιζε το πύο,το πύο αυτό ήμουνα εγώ&ήμουνα πνεύμα&Θεός&αμετάφραστος&ακατάληπτος ακόμη&γιά τον εαυτό μου.Πόσο τον μισούσα τον εαυτό μου γι’αυτή την κατάσταση.Πόσο θα ήθελα να βάλω σε δοκιμασία το σύμπαν που τόσο αγαπούσα που ήταν κι ο εαυτός μου&πόσο θα ήθελα να ξέρω γιατί στα όνειρά μου πετούσα πάνω από ωκεανούς&γιατί όταν ξυπνούσα ήμουνα η γη που ανάδινε τη μυρουδιά φρεσκοαναδεμένης τύρφης.Κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στους άγριους θρήνους μου ούτε να με ακούει να αστειεύομαι γιατί έπρεπε να ανέχομαι τέτοια ζωή.Ήμουνα Θεός&πύο&ότι ήμουνα εγώ ήσουνα Εσύ&ήσουνα Άγιος,τα πόδια Σου,τα σπλάχνα Σου,η ήβη Σου,οι μασχάλες Σου,η μυρουδιά Σου & ο ήχος Σου & η γεύση Σου,η εκπεσούσα Ομορφιά Σου,ήμουνα Θεϊκός καθ’ομοίωση Σου&ήμουνα Εσύ&δεν λαχταρούσα άλλο πιά τούτη τη μεγάλη γη&γιατί να μην υπάρχουν λέξεις να περιγράψουν πόσο πολύ πονούσα σπάραζα λέγοντας αντίο?»

Η τέχνη του Γκούλντ τον σώζει από τα χειρότερα.Φτάνοντας στο νησί,ο γιατρός της αποικίας, θέλοντας να γίνει μέλος της Βασιλικής Εταιρείας της Αγγλίας ,τού αναθέτει να ζωγραφίσει ένα βιβλίο με εικόνες των ψαριών που υπάρχουν στην θαλάσσια περιοχή του νησιού .Ο Γκουλντ προλαβαίνει να ζωγραφίσει μόνο 12 από αυτά.Ο «έρωτάς του» γιά την ιθαγενή ερωμένη τού αρχιδεσμοφύλακα θα τον οδηγήσει σε άλλες περιπέτειες,θα εμπλακεί σε ένα φόνο,θα προσπαθήσει να δραπετεύσει,θα γνωρίσει διάφορους απίστευτους τύπους και άλλα πολλά.Όλα αυτά εναλάσσονται με αγριότατες περιγραφές βασανιστηρίων διότι η Γη του Βαν Ντήμεν όπως λεγόταν τότε η Τασμανία είναι ένα πραγματικό κολαστήριο,μια κανονική «Καρδιά του Σκότους»,ένα «πεδίο βολής όπου ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι».Οι Άγγλοι από τη μιά εξολόθρευαν τους Αβορίγινες ιθαγενείς και από την άλλη με κάθε απίθανο τρόπο προσπαθούσαν να «φέρουν στον ίσιο δρόμο» τους πλέον απίθανους εγκληματίες ,απατεώνες,παιδεραστές,ψυχάκηδες και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς σε αυτή την απέραντη πινακοθήκη που έχει "κεντήσει" ο Φλάναγκαν.

Ο συγγραφέας δημιουργεί μερικούς εξαιρετικούς χαρακτήρες εκτός του πρωταγωνιστή,ο γιατρός που αναθρέφει ένα τεράστιο γουρούνι,το οποίο τελικά τον καταβροχθίζει σε μία από τις φρικιαστικότερες σκηνές του βιβλίου,ο δεσμοφύλακας που βάζει τον Γκουλντ να τον ζωγραφίζει και πάνω απ’όλους η φιγούρα του θεότρελλου-παρανοϊκού Διοικητή,ο οποίος αφού χτίζει ένα παλάτι,ξεπουλάει όλη την ξυλεία του νησιού στους Ιάπωνες με αντάλλαγμα την κατασκευή ενός σιδηροδρόμου,ο οποίος πραγματοποιεί ένα κυκλικό δρομολόγιο τετρακοσίων μέτρων...

Ο Φλάναγκαν έχει σίγουρα επηρεαστεί από δεκάδες συγγραφείς.Πολύ έντονη είναι η σφραγίδα του Κόνραντ,του Μάρκες,του Σουίφτ,του Μπόρχες,του Μέλβιλ αλλά και (κατά δήλωση του συγγραφέα) τού μέγιστου Ντανίλο Κις.Έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα έργο γεμάτο ζωή,έντονα εικονοκλαστικό,κλασσικά ανατρεπτικό και ασεβές ,κωμικό και εφιαλτικό,ειρωνικό και φιλοσοφημένο,που χαράσσεται πολύ έντονα στη μνήμη του αναγνώστη.
Η εξαιρετική κριτική του Π.Τατσόπουλου στα ΝΕΑ το συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο «Το επίτευγμα του Φλάναγκαν είναι μεγάλο. Δεν χρειάζεται να τσιγκουνευτούμε επαίνους. Με μοναδικό εργαλείο του τα γράμματα της αλφαβήτου (αυτά τα γράμματα, άλλωστε, είναι και το αποκλειστικό περιεχόμενο της προσευχής, τη μία και μόνη φορά που ο Γκουλντ νιώθει την ανάγκη να προσευχηθεί), ο Φλάναγκαν μας προσκαλεί σ' ένα πέλαγος αφηγηματικής συναισθησίας, όπου η ποίηση συναγωνίζεται την αγριότητα και οι ευτράπελες σκηνές, προτού καν γλιστρήσει το γέλιο από τα χείλη μας, παραχωρούν τη θέση τους σε ακρωτηριασμούς και κοπρολαγνικά παραληρήματα. Δεν είναι ένα βιβλίο εύκολο, ούτε ένα βιβλίο που θα το συνιστούσα, ελαφρά τη καρδία, στον απροετοίμαστο αναγνώστη. Είναι ένα βιβλίο - διαβατήριο. Προτού το αποκτήσεις, πρέπει να ξεκαθαρίσεις με τον εαυτό σου εάν θέλεις πραγματικά να ταξιδέψεις.»

Εκπληκτική η έκδοση της Άγρας ,εξαιρετική δε η δουλειά της έμπειρης και ικανότατης μεταφράστριας κ.Α.Δημητριάδου.
 
Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2007
posted by Librofilo at Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2007 | Permalink
Black&White
Το μυθιστόρημα-ποταμός του Ρίτσαρντ Πάουερς «Ο ΚΑΙΡΟΣ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΑΣ»(Εκδ.ΕΣΤΙΑ) (88), είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο,μία σπουδή πάνω στο φυλετικό ζήτημα.

«Μαμά» ρωτάει ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου Τζόνας Στρομ, «είσαι νέγρα,έτσι δεν είναι?Κι’ο μπαμπάς...είναι κάτι σαν Εβραίος.Λοιπόν τι είμαστε εγώ,ο Τζόϊ και η Ρουθ?»
Η μητέρα μου σταμάτησε να τραγουδάει.Δίχως να ξέρω γιατί ήθελα να βαρέσω τον αδελφό μου.Η μαμά απέστρεψε το βλέμμα της προς όποιο ήταν το μέρος πέρα από τον ήχο.Κι’ο μπαμπάς πήγε πέρα-δώθε.Περίμεναν τούτη την ερώτηση ,κι’όποια άλλη θ’ακολουθούσε στα χρόνια που θα’ρχονταν. «Εχετε την δική σας ξεχωριστή ράτσα»,δήλωσε ο πατέρας μου.Ένιωσα σαν να μας έριχνε στις πιό παγερές ερημιές του διαστήματος.
Η Ρουθ στα πόδια της μητέρας μου,γέλασε κοροϊδεύοντας κατάμουτρα την λαμπρή μέρα. «Ο Τζόϊ είναι νέ-γρος και ο Τζόνα είναι γρονές».
Η μαμά κοίταξε το κοριτσάκι της μ’ένα αχνό λοξό χαμόγελο.Σήκωσε το βέλο της κι’αγκάλιασε την Ρουθ.Έτριψε τη μύτη της στην κοιλιά της κόρης της,σιγοτραγουδώντας τον Μπαχ.Με δυο μεγάλα αρκουδόχερα τράβηξε τα κεφάλια μας στην αγκαλιά της. «Είστε ότι είστε μέσα σας.Ότι έχετε ανάγκη να είστε.Ας υπηρετήσει κάθε αγόρι το Θεό με τον δικό του τρόπο.»
Δεν μας έλεγε τα πάντα.Ο Τζόνα το κατάλαβε. «Όμως ΤΙ είμαστε?Αληθινά εννοώ.Κάτι θα είμαστε,δεν πρέπει?»...
Μας άφησε. «Εσείς οι δυο,τα αγόρια...»Οι λέξεις έβγαιναν απ’το πλάι του στόματος της,πιό αργές κι από το ατελείωτο κήρυγμα εκείνου του πρωινού. «Εσείς οι δυο,τα αγόρια,είστε μοναδικά.»

Όλα αρχίζουν το 1939,όταν ο Πολωνοεβραίος Φυσικός Ντέηβιντ Στρομ, φυγάς στις ΗΠΑ,πηγαίνει στην Ουάσινγκτον ν’ακούσει την μαύρη τραγουδίστρια της όπερας Μ.Αντερσον σε μιά μνημειώδη συναυλία που έδωσε εκείνη μπροστά σε 100.000 χιλιάδες ανθρώπους.Στην ίδια συναυλία παρευρίσκεται και η επίδοξη τραγουδίστρια της όπερας Ντέλια.Οι δυό τους γνωρίζονται , και τυφλώνονται από το κοινό τους πάθος γιά την μουσική,ερωτεύονται και παντρεύονται μην υπολογίζοντας την κοινωνική κατακραυγή και τα προβλήματα που δημιουργούν στους γύρω τους.Τα παιδιά που γεννιούνται είναι τρία,ο Τζόνας που είναι λευκός πολύ μελαχροινός,ο Τζόϊ που είναι χρώματος σοκολατί,και η Ρουθ που είναι στο ενδιάμεσο .Οι γονείς κρατάνε τα παιδιά μέσα σε ενα κόσμο όπου επικρατεί η μουσική και η οικογενειακή θαλπωρή,ένα ιδανικό περιβάλλον ,αλλά τα παιδιά όταν βγαίνουν να παίξουνε στον δρόμο ή όταν πρωτοπάνε στο σχολείο αντιμετωπίζουν την σκληρή πραγματικότητα.Ο Τζόνας βασικός πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ένα μεγάλο ταλέντο,η φωνή του είναι καταπληκτική,ειδικεύεται στα ληντ,και προσπαθεί να χτίσει την καριέρα του με όλες τις δυσκολίες που προκύπτουν λόγω του χρώματός του.Ο μικρότερος αδερφός Τζόι (και βασικος αφηγητής του μυθιστορήματος),θυσιάζει την καριέρα του, συνοδεύοντας τον αδερφό του στο πιάνο στις συναυλίες που δίνει, και η Ρουθ περισσότερο επαναστατημένη και συνειδητοποιημένη ακολουθεί διαφορετικούς δρόμους.

Τα δύο αγόρια σε όλη τη ζωή τους αντιμετωπίζουν το ίδιο ερώτημα. «Εσείς αγόρια,τι ακριβώς είστε?» . Και εάν γιά τον Τζόϊ τα πράγματα είναι απλούστερα μιάς και είναι εμφανής η φυλετική του καταγωγή,γιά τον τραγουδιστή Τζόνας τα πράγματα είναι πολλές φορές ιδιαίτερα προβληματικά.Από τη μιά τον ξυλοφορτώνουν μαύροι διαδηλωτές βρίζοντάς τον διότι τόλμησε ένας λευκός να είναι στα μέρη τους,από την άλλη στο Παρίσι τρώει της χρονιάς του από έναν λευκό εθνικιστή ο οποίος τον περνάει γιά Αλγερίνο...

Το ζήτημα των ανθρώπων που γεννιούνται από τέτοιους γάμους απασχολεί ιδιαίτερα την Αμερικάνικη κοινωνία.Ένας μαύρος ποιητής ο Langston Hughes είχε γράψει την δεκαετία του 20 ένα πολύ αληθινό και όμορφο (μέσα στην απλότητά του ποίημα) περιγράφοντας το πρόβλημα.Το παραθέτω αμετάφραστο

Cross


My old man's a white old man
And my old mother's black.
If ever I cursed my white old man
I take my curses back.
If ever I cursed my black old mother
And wished she were in hell,
I'm sorry for that evil wish
And now I wish her well
My old man died in a fine big house.
My ma died in a shack.
I wonder were I'm going to die,
Being neither white nor black?



Η saga του Ρίτσαρντ Πάουερς δεν είναι όμως (ακόμα)ένα σεμινάριο πάνω στο φυλετικό ζήτημα ,είναι πολλά πράγματα συγχρόνως.Περιγράφοντας την ιστορία του Αμερικάνικου έθνους στον 20ο αιώνα πατάει πάνω σε φιλοσοφικά ζητήματα -ο πατέρας,μέγας Φυσικός εργάζεται μαζί με τα μεγαλύτερα κεφάλια του καιρού του πάνω στην κατασκευή της ατομικής βόμβας,(αυτό έχει σαν συνέπεια ο πεθερός του,μόλις το ανακαλύψει να τον θεωρήσει υπεύθυνο γιά το Ναγκασάκι και να διακόψει τις σχέσεις του με την οικογένεια,αποκόπτοντας την Ντέλια-μητέρα των παιδιών από τις ρίζες της),πολιτικά ζητήματα περιγράφοντας τις εξεγέρσεις των μαύρων κατά την μεταπολεμική περίοδο ή τις σχέσεις της Ρουθ με τους Μαύρους Πάνθηρες,κάνοντας ουσιαστικά ένα κοινωνικό σχόλιο πάνω στην διαμόρφωση αυτής της βαθειά ρατσιστικής κοινωνίας.

Η μουσική είναι στο επίκεντρο του μυθιστορήματος.Παρακολουθούμε την καριέρα του Τζόνας βήμα-βήμα,από τη μαθητεία του στη περίφημη σχολή Τζούλιαν μέχρι την αποθέωση που γνωρίζει στην Ευρώπη αρχικά και μετέπειτα στην Αμερική ως ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές όπερας.Αλλά και ο μικρότερος αδερφός Τζόϊ που μένει στο περιθώριο απλά συνοδεύοντας τον αδερφό του ως πιανίστας αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των διαφόρων χαρακτήρων που μπαινοβγαίνουν σ’αυτό το ογκώδες (πάνω από 800 σελίδες) μυθιστόρημα.

Η μουσική βεβαίως λειτουργεί αντιστικτικά ως προς την Φυσική με την οποία (όπως προανέφερα),ασχολείται ο πατέρας της οικογένειας Ντ.Στρομ.Περιγράφοντας τον χαρακτήρα αυτού τού «χαμένου στον κόσμο του,τύπου», ο οποίος παρατηρώντας τα παιδιά του να παίζουν πιάνο «χάνεται» μέσα στη σκέψη του και τον προβληματισμό του γιά την Θεωρία του Χρόνου («ο χρόνος μπορεί να αποδειχθεί κβαντισμένος,ασυνεχής όπως οι νότες σε μιά μελωδια»),και ο οποίος αρνείται να καταννοήσει,βρίσκοντάς το παράλογο το φυλετικό ζήτημα διότι απλούστατα γι’αυτόν τον σοφό άνθρωπο,δεν υφίσταται τέτοιο θέμα,είναι ένα ψευδοδίλημμα.

Η όλη δομή του μυθιστορήματος είναι αξιοθαύμαστη.Ο Πάουερς δεν ακολουθεί γραμμική χρονική αφήγηση και ανακατεύει πολλά ντοκουμέντα και αληθινά πρόσωπα μέσα στην ιστορία.Το βιβλίο είναι γεμάτο από γεγονότα,πληροφορίες,ιστορικά στοιχεία σε σημείο που καθιστούν την ανάγνωσή του πραγματική εμπειρία,ο δε μεταφραστής κ.Μακρόπουλος έκανε αξιοθαύμαστη δουλειά περιορίζοντας όσο το δυνατόν τις πολλές αναφορές γιά να μη κουράσει υπερβολικά τον αναγνώστη.

Τα υπόγεια ρεύματα της λογοτεχνίας συνδέουν τον Πάουερς με τον Πίντσον ως προς το στυλ της γραφής,με τον Ροθ ως προς τον προβληματισμό αλλά και (τι περίεργο) με τον Τ.Χάρντυ και τον υπέροχο «Τζούντ ο αφανής» του.Ο Τζουντ εμποδίζεται να σπουδάσει επειδή είναι αγρότης,ο ήρωας του Πάουερς εμποδίζεται να επιτύχει επειδή έχει μαύρο αίμα μέσα του.Το βιβλίο κλείνει με ένα από τα ιδανικότερα φινάλε που έχω διαβάσει στη ζωή μου.Ο συγγραφέας συνεχίζοντας τα παιχνίδια του χρόνου που παίζει με τον αναγνώστη,στο τέλος μας κλείνει το μάτι πονηρά αφήνοντάς μας με ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη.
 
Τρίτη, Μαρτίου 06, 2007
posted by Librofilo at Τρίτη, Μαρτίου 06, 2007 | Permalink
Ολίγα γιά την Αβάνα-κάπου κολλάει και ο Μααλούφ
«Κοιτάζω από το παράθυρο του αεροπλάνου,τίποτε εκτός απο μια ακίνητη και γαλαζωπή διαφάνεια.Θα ήθελα ν’αγκαλιάσω με τα μάτια την απεραντοσύνη του Ατλαντικού.Μπορώ μόνο να τη μαντέψω.
Κοιτάζω το ρολόι μου τόσο μηχανικά που σηκώνοντας το κεφάλι δεν θυμάμαι πιά τι ώρα είναι.Πρέπει να ξανακοιτάξω και να υπολογίσω: βρισκόμαστε μάλλον στα μισά της πτήσης ή λίγο μετά...
Θα ήθελα ν’αποκοιμηθώ λιγάκι μα δεν έχω ύπνο.Οι έμμονες ιδέες μου στροβιλίζονται ολόγυρά μου σαν έντομα που τσιμπούν...»


Μ’αυτόν τον τρόπο περιγράφει ο Αμίν Μααλούφ την αναχώρησή του από την Αβάνα.Είχε πάει εκεί να ανακαλύψει τι έχει απομείνει από ένα κομμάτι της οικογένειάς του,διότι ο αδερφός του παππού του είχε μεταναστεύσει και κάνει περιουσία στην Αβάνα στις αρχές του 20ου αιώνα.

Δεν το φανταζόμουνα επιλέγοντας να διαβάσω το εξαιρετικό βιβλίο του Μααλούφ «ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ» (εκδ.Ωκεανίδα) (80),ότι ένα από τα ωραιότερα κομμάτια του βιβλίου διαδραματίζεται στο μέρος που είχα προγραμματίσει να περάσω ένα επταήμερο.Φτάνοντας στην Αβάνα (και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού) σκεπτόμουνα πολύ έντονα αυτά που περιέγραφε ο Μααλούφ στο βιβλίο του.Έχοντας ξαναεπισκεφθεί την Αβάνα σχετικά πρόσφατα (πριν από 5 χρόνια περίπου) και έχοντας λίγο χρόνο στη διάθεσή μου (μιά εβδομάδα είναι το minimum γιά ένα τόσο μακρινό ταξίδι),ήξερα πάνω-κάτω τι ήθελα να δω που να επικεντρώσω και τι να περιμένω.

Έχω την αίσθηση ότι ο ανυποψίαστος τουρίστας φτάνοντας στην Κούβα παθαίνει μιά πολιτιστική ταραχή.Το μυαλό του είναι γεμάτο από διηγήσεις ανθρώπων που έχουν επισκεφθεί το νησί,αφού τα τελευταία χρόνια είναι πολύ δημοφιλής προορισμός.Ο τύπος που πάει γιά να βρει γυναίκες,περιμένει ότι με την άφιξη του,θα τον περιμένουν οι γκόμενες «χυμένες» στα πόδια του.Η πρώην «επαναστατημένη» και μεγαλωμένη με την αφίσα του Che στο δωμάτιο της και νυν ακροάτρια του Cosmos FM με τις latin μουσικές του,ότι η μουσική θα ακούγεται στους δρόμους και όλοι θα χορεύουν salsa.O cigar aficionado ότι θα βρει «τρύπες» γιά να αγοράσει φτηνά και καλά τα Cohibas του.

Όλα τα παραπάνω έχουν καταγραφεί στον συλλογικό μύθο που περιβάλλει την Αβάνα,κάποια από αυτά έχουν μεγάλη δόση αλήθειας (πάντως όχι αυτό με τις γκόμενες). Το πρώτο πράγμα , που εισπράττει κάποιος όταν βγαίνει από το αεροδρόμιο και μετά την ταλαιπωρία της παραλαβής των αποσκευών είναι η μυρωδιά της βενζίνης,των λάστιχων και των εξατμίσεων των αυτοκινήτων (θέλεις 2 ημέρες γιά να το συνηθίσεις).Ο Μααλούφ λέει χαρακτηριστικά ότι η Αβάνα είναι η πιό όμορφη και η πιό άσχημη πόλη στον κόσμο.Φαντάζομαι ότι μπορείς να το πεις γιά πολλές πόλεις αυτό , ακόμα και γιά την Α.Πετρούπολη .

Μερικές σκόρπιες σκέψεις:

• Η Αβάνα είναι μιά μεγάλη πόλη με πάνω από 2.5 εκατομμύρια κατοίκους-δεν είναι δηλαδή η γραφική κωμόπολη που νομίζουν κάποιοι.
• Το κλίμα της είναι καταπληκτικό κυρίως αυτή την εποχή.Ζέστη αρκετή κατά τη διαρκεια της ημέρας,δροσιά το βράδυ.
• Οι άνθρωποι είναι συνήθως χαμογελαστοί,αλλά διακρίνεις και μιά μελαγχολία στην έκφραση τους.
• Το φαγητό είναι μετριότατο.
• Τα ποτά είναι καταπληκτικά.Το mojito και το daiquiri όπου και να το πιείς είναι αριστούργημα.Προφανώς οφείλεται στο Havana Club που είναι θεσπέσιο ρούμι.
• Βλέπεις πολύ ωραίες γυναίκες αλλά και πολύ άσχημες.
• Δεν είναι όλες οι Κουβανές διαθέσιμες,είδα πάρα πολλές οι οποίες δεν ενδιαφερόντουσαν γιά «ερωτική επαφή» με κανέναν ξένο.
• Η μουσική που ακούς στα διάφορα μαγαζιά είναι απίστευτη.Οι μουσικοί είναι καταπληκτικοί,οι μπάντες είναι δεμένες και όλοι χορεύουν τόσο τέλεια που σε πιάνει μελαγχολία.
• Η Malecon (ο πολυφωτογραφημένος παραλιακός δρόμος της Αβάνας) είναι μοναδική.
• Τα παλιά σπίτια (επαύλεις) που βλέπεις είτε στο ιστορικό κέντρο,είτε στο Vedado είναι υπέροχα αν και ορισμένα είναι σχεδόν ερείπια.Εδώ μπαίνει ο προβληματισμός του τι θα γίνουν όλα αυτά όταν πέσει το υπάρχον καθεστώς.Καλύτερα ή χειρότερα?Μεγάλη συζήτηση σηκώνει αυτό...

• Το El Gato tuerto είναι ένα απίθανο κλαμπάκι με φοβερή μουσική και ωραίο κόσμο,ότι καλύτερο έζησα στην Αβάνα.
• Η Habana Vieja (η παλιά πόλη) είναι μαγευτική
• Οταν μπεις με το αυτοκίνητο ή με τα πόδια στα στενά ή στα σοκάκια της Αβάνας βλέπεις πως ζει ο κόσμος.Σαν την Αθήνα των δεκαετιών 50 και 60.Τα παιδιά παίζουν στους δρόμους,παρέες παίζουν τάβλι,κόσμος κάθεται στα σκαλάκια των σπιτιών.
• Τα paladares,δηλαδή τα ημι-ιδιωτικά ρεστωράν που έχει επιτρέψει η κυβέρνηση να λειτουργούν σε σπίτια,ήταν κάποτε πάρα πολύ γραφικά,αλλά τώρα έχουν γίνει κανονικές επιχειρήσεις.Η Guarida το πιό διάσημο από αυτά είναι ένα έξοχο gourmet restaurant,όπου με υποδέχθηκαν με το pda στα χέρια τσεκάροντας την κράτησή μου (γιά να βρεις τραπέζι,κάνεις κράτηση από την Αθήνα).
• Τα πιό καλά mojitos δεν είναι στο Bodeguita del Medio,όπως και τα πιό καλά daquiris δεν είναι στο Floridita,παρ’όλη τη φήμη που τα συνοδεύουν.
• Τα πούρα που πουλάνε οι διάφοροι περίεργοι στον δρόμο,είναι γεμισμένα με μπανανόφυλλα.Πούρα κανείς αγοράζει μόνο απο τα Casas del Habanos (λίγο φτηνότερα από την Μαδρίτη,περίπου 20% φτηνότερα από την Αθήνα).
  • Η μερική ιδιωτικοποίηση της οικονομίας έχει δημιουργήσει κοινωνικούς διαχωρισμούς.Βλέπεις πλέον Κουβανούς με BMW και τζιπάρες,να τρέχουν στην malecon δίπλα στα αγκομαχούντα lada,moshkvis και Dodge της δεκαετίας του 50.Αυτό γίνεται ακόμα πιό έντονο στο Miramar που είναι η "σικάτη" περιοχή της Αβάνας-εκεί ακόμα και τα φανάρια ρυθμίζουν την κυκλοφορία διαφορετικά...


Ο Μααλούφ ψάχνει τα χνάρια του αδικοχαμένου θείου και της οικογένειας που αυτός δημιούργησε, στο νεκροταφείο Colon,στους τουριστικούς οδηγούς αναφέρεται ως Necropolis de Colon,πρέπει να είναι καταπληκτικό,οι περιγραφές στο βιβλίο είναι έξοχες,το έβλεπα στο Vedado αλλά δίσταζα να πάω γιατί είναι τεράστιο,τελικά δεν πήγα και πολύ το μετάνιωσα.

Να μη μιλήσω όμως και γιά το βιβλίο του Μααλούφ?Δεν μπορώ να το αποφύγω...
Στις 600 σελίδες του ο γνωστός και δημοφιλής δημιουργός της «Σαμαρκάνδης» και του πολύ ωραίου «Λέων ο Αφρικανός» αποπειράται να γράψει την ιστορία της οικογένειάς του αλλά στην πορεία διαπιστώνει ότι αποκλείεται να προλάβει να την τελειώσει οπότε αφήνει ανοιχτούς λογαριασμούς γιά έναν δεύτερο τόμο.
Ουσιαστικά το βιβλίο επικεντρώνεται σε δύο πρόσωπα,τους δύο αδερφούς Μπότρος και Ζιμπραήλ –δύο καταπληκτικούς τύπους.Ο Μπότρος ήταν ο παππούς του συγγραφέα και κεντρικός χαρακτήρας του χρονικού αλλά το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το παρουσιάζει ο τυχοδιώκτης Ζιμπραήλ,ο οποίος έφυγε μόλις τελείωσε το σχολείο γιά την Κούβα όπου έζησε μιά περιπετειώδη ζωή,πλούτισε και πέθανε από αυτοκινητιστικό ατύχημα πάνω στην άνοδο του.
Ο συγγραφέας, περιγράφει τη ζωή της οικογένειας μέχρι το τέλος του Β παγκόσμιου πολέμου και την ίδρυση του Λιβανέζικου κράτους.Παρακολουθούμε την ρευστότητα των συνόρων,το πόσο τεχνητά είναι όλα αυτά τα κράτη της Μ.Ανατολής,όπου κάποιοι χωρίς να φύγουν από τον τόπο τους,αλλάζουν 3-4 κρατικές οντότητες μέχρι να πεθάνουν.


Η οικογένεια του Μααλούφ είναι μια πολυσυλλεκτική οικογένεια.Υπάρχουν Ελληνοκαθολικοί,Προτεστάντες,Ρωμαιοκαθολικοί μέσα στο ίδιο σπίτι.Μασώνοι,επιχειρηματίες,έμποροι,καθηγητές,επίσκοποι,απατεωνίσκοι μέσα στην ίδια οικογένεια.Ο Μααλούφ τα περιγράφει όλα αυτά με έξοχο ύφος και μεγάλη γλύκα αναγνωρίζοντας την κληρονομιά που κουβαλάει.

«Όλα αυτά όσα μάζεψα σπυρί σπυρί,δίνουν μερική εικόνα, το ξέρω.Θα ήταν ωστόσο μάταιο να επιθυμώ κάτι άλλο.Το παρελθόν είναι κατ’ανάγκην ατελές,κατ’ανάγκην ανασυγκροτημένο,επινοημένο εκ νέου.Συλλέγουμε απ’αυτό μόνο τις αλήθειες του σήμερα.Αν το παρον μας είναι το παιδί του παρελθόντος,το παρελθόν μας είναι το παιδί του παρόντος.Και το μέλλον θα είναι ο θεριστής της νοθείας μας.»